Mια φορά και έναν καιρό ήταν ένας φαντασμένος κόρακας που νόμιζε ότι ειναι ξύπνιος και όμορφος. Μια μέρα, ο κόρακας της ιστορίας μας βρήκε ένα κομμάτι τυρί, το άρπαξε και κάθισε στο κλαδί μιας ελιάς να το φάει με την ησυχία του.
ράμφος
Δημοφιλή παραμύθια
Κάτω από τη Γη υπάρχει ένα μεγάλο δένδρο, ωσάν στύλος πελώριος, και γερός, και βαστάει τη γη. Έτσι έλεγαν οι παλαιότεροι. Εκεί κάτω ευρίσκονται όλο το χρόνο οι Καλικάντζαροι και δουλεύουν νύκτα και ήμερα.
Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένα αγοράκι, ο Άγγελος. Ήταν πάντα ατημέλητο, και στο σχολείο δεν είχε πολλούς φίλους. Σπάνια έπαιζε με τα άλλα παιδιά και αυτό μόνο όταν τους έλειπε κάποιος παίκτης και δεν γινόταν να παίξουν αλλιώς. Μάλιστα καμία φορά το κορόιδευαν για τα παλιά ρούχα που φόραγε. Και κάποιες άλλες φορές επειδή ήταν σκισμένα. Μα αυτός δεν έλεγε τίποτα.
Η Κάρμεν Ρουγγέρη διαβάζει το παραμύθι για παιδιά ” Η Μάγισσα Αφάνα και ο Ιππότης Paranix “
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλέας κι είχε μια θυγατέρα. Της έλεγε να την παντρέψει, δεν ήθελε. Της έλεγε για τον έναν, της έλεγε για τον άλλον, κανέναν δεν ήθελε. Του λέει μια μέρα:
Μια φορά κι έναν καιρό, η Δυσκολούλα ήταν μια χαριτωμένη και γλυκύτατη πριγκίπισσα που είχε όμως ένα ελάττωμα. Ήταν το πιο αναποφάσιστο κορίτσι του κόσμου, Δυσκολευόταν πολύ να αποφασίσει τι ακριβώς προτιμάει, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρεί όχι μόνο τον εαυτό της, αλλά και όλους τους άλλους.
Στο χωράφι απόψε είχε ξεμείνει από το πρωινό μάζεμα μια πατατούλα. Δεν ήταν από εκείνες τις ολοστρόγγυλες και παχουλές. Ήταν στενόμακρη, λίγο πλακουτσωτή και μ' ένα μικρό εξόγκωμα σαν καρούμπαλο αριστερά από τ' αυτί της.
Μια φορά και έναν καιρό, έναν Απρίλη, όλος ο κάμπος ήταν πράσινος και λουλουδιασμένος. Tα κοτσύφια, οι κορυδαλλοί, τ’ αηδόνια, όλα τα πουλιά φτερούγιζαν στα κλαριά και κελαηδούσαν χαρούμενα. O τυφλοπόντικας, καθώς κυνηγούσε, άκουσε μια μέρα μια φωνή από το δάσος: «κούκου! κούκου!».
Μια φορά και έναν καιρό, μακριά πολύ μακριά, εκεί που δεν φτάνει ανθρώπινο μάτι και ψηλά πολύ ψηλά, πιο ψηλά και από τις κορυφές των βουνών, πιο πέρα και από τα μαλακά λευκά και ροζ συννεφάκια, μέσα από λαμπερά αστεράκια που μοιάζουν με φαναράκια, τον χρυσοκίτρινο ήλιο που ζεσταίνει τον καταγάλανο ουρανό και το φεγγάρι που ασημοβάφει την θάλασσα
Μια φορά κι έναν καιρό στην αρχαία Ελλάδα ζούσε ο Ηρακλής, που ήταν ο δυνατότερος από όλους τους ανθρώπους και ο μεγαλύτερος ήρωας που έγινε ποτέ. Εξολόθρευσε άγρια θηρία, έδιωξε τυράννους και κακούς βασιλιάδες και ήταν δίκαιος και καλός με τους ανθρώπους. Ήταν τόσο ατρόµητος που τα πιο ξακουστά κατορθώµατά του έμειναν για πάντα στην ιστορία, ως οι δώδεκα άθλοι του Ηρακλή.
«Μπρρ! Μανούλα μου κρύο που κάνει!» μουρμούρισε τουρτουρίζοντας ένα ποντικάκι.
Μέρες τώρα τριγυρνούσε στους δρόμους της πόλης, ψάχνοντας να τρυπώσει κάπου για να ζεσταθεί.
«Τι μέρος είναι αυτό; Όλο μπετόν και άσφαλτο. Δε μπορούσε να έχει λίγο χωματάκι να σκάψω να χωθώ μέσα; Ή κανένα αχυρώνα να κουρνιάσω στο ζεστό χόρτο;»