θάλασσα

Αφιερωμένο στη μαθήτριά μου που αγαπά την άμμο

Η Αλισιάνα, ήταν πάρα πολύ χαρούμενη, πήγε ήταν επιτέλους διακοπές… Ύστερα από έναν πολύ δύσκολο και χειμώνα, με βαρετά και δύσκολα μαθήματα…Τώρα, θα ήταν μόνο αυτή και η θάλασσα, χωρίς έγνοια καμιά στο κεφάλι της.

Μια φορά έναν καιρό στα δυτικά παράλια της Χλώρακας κοντά σε ένα γκρεμό που έστεκε πολύ ψηλός και πάνω του έσκαγαν τα άγρια κύματα, ζούσε μια έμμορφη χωριατοπούλα, κόρη ενός πλούσιου βοσκού που είχε τη μάντρα του στα χωράφια που εκτείνονταν στη συνέχεια της ακτής. Οι γονείς της την είχαν μη βρέξει και στάξει. Δεν την άφηναν να κάνει χειρωνακτικές εργασίες, παρά μόνο όλη μέρα έγνεθε με το αδράχτι της και ύφαινε με το σμιλί της.

Μια φορά κι έναν καιρό, βαθιά μέσα στον ωκεανό, εκεί όπου το νερό είναι μπλε και καθαρό σαν κρύσταλλο και δεν φτάνει κανένας ήχος από την επιφάνεια, ζούσε ο Βασιλιάς της Θάλασσας με τους υπηκόους του και τις γοργόνες.