Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας άντρας που είχε τρεις γιους. Τον μικρότερο τον έλεγαν Χαζούλη και όλοι τον περιφρονούσαν και τον κορόιδευαν.
επιμονή
Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένας λαγός που καυχιόταν ότι έτρεχε πιο γρήγορα από κάθε ζώο του δάσους.
Ένα ανοιξιάτικο πρωινό, ο καυχησιάρης λαγός είχε βγει έξω από την φωλιά του και έτρωγε φρέσκο χορταράκι.
Καθώς έτρωγε, είδε λίγο πιο μακριά μια χελώνα να περνάει αργά-αργά.
Δημοφιλή παραμύθια
Μια φορά και έναν καιρό, πριν από πολλά χρόνια ζούσε ένας πολύ γκρινιάρης αυτοκράτορας που όλη τη μέρα ασχολούνταν με το ντύσιμό του. Τόσο πολύ του άρεσε να ντύνεται με ωραία ρούχα, που έδινε όλα τα χρήματα του βασιλείου του για να αγοράζει καινούρια και να είναι ντυμένος στην εντέλεια.
Μια φορά κι έναν καιρό, μακριά πολύ μακριά, υπήρχε μια μαγική χώρα. Για να φτάσεις εκεί έπρεπε να περάσεις θάλασσες, βουνά, λίμνες και ποτάμια. Εκεί, λοιπόν, δε ζούσαν άνθρωποι, παρά μόνο μονόκεροι. Ένα ανοιξιάτικο πρωινό χαρές μεγάλες είχαν στο παλάτι. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα των μονόκερων είχαν αποκτήσει το πρώτο τους παιδί.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα βασίλειο πολύ μακρυά από εδώ, που είχε έναν βασιλιά και μια βασίλισσα. Η βασίλισσα ήταν καλόκαρδη μα πολύ λυπημένη. Βλέπετε δεν είχε την τύχη να κάνει παιδιά.
Τι μπορεί να θέλει μια γυναίκα που φαινεται να εχει τα παντα? Ενα παιδακι! Αν ακολουθησει πιστα τις οδηγιες που της εδωσε μια γρια γυναικα με αιμα νεραϊδας, θα το αποκτησει. Και το ονομα της μικρουλας θα ειναι .....Τοσοδουλα!
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένα όμορφο, γερό, καφέ άλογο με μαύρη χαίτη και ουρά. Τον έλεγαν Popcorn και περνούσε τη ζωή του ήσυχα. Έμενε σε έναν ιππικό όμιλο όπου όλοι τον φρόντιζαν και τον αγαπούσαν.
Αγαπημένε μου φίλε, η μαμά μου όταν ήμουν μικρούλι, πιο μικρούλι φαντάσου από εσένα, συνήθιζε να μου τραγουδάει ένα πολύ όμορφο, γλυκό τραγουδάκι:
Υπήρχε κάποτε μία μπάμπουσκα, που μέσα της είχε επτά μικρά παιδάκια. Ήταν πολύ χαρούμενη για τα παιδάκια της η μπάμπουσκα αυτή. Όλα μέσα της φώλιαζαν κι ευτυχισμένα ζούσαν.
Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένας πολύ φτωχός αγρότης. Τα βράδια στο σπίτι του άναβε το τζάκι και δίπλα του καθόταν η γυναίκα του που έπλεκε.
Σε μία πόλη που έμοιαζε με παραμύθι, κατοικούσε μία πριγκίπισσα η οποία έχαιρε της εκτίμησης όλων των κατοίκων για την καλή και ζεστή της καρδιά. Ήταν πάντοτε γλυκιά και ευγενική με όλους, δίχως ίχνος κακίας και αποστροφής για κανέναν άνθρωπο.
Αφιερωμένο στη δικιά μας Μελίτα που μας χρωμάτισε τη ζωή με τα καταπράσινα μάτια της!