Ο Ηρακλής και οι δώδεκα άθλοι

Μια φορά κι έναν καιρό στην αρχαία Ελλάδα ζούσε ο Ηρακλής, που ήταν ο δυνατότερος από όλους τους ανθρώπους και ο μεγαλύτερος ήρωας που έγινε ποτέ. Εξολόθρευσε άγρια θηρία, έδιωξε τυράννους και κακούς βασιλιάδες και ήταν δίκαιος και καλός με τους ανθρώπους. Ήταν τόσο ατρόµητος που τα πιο ξακουστά κατορθώµατά του έμειναν για πάντα στην ιστορία, ως οι δώδεκα άθλοι του Ηρακλή.

Ο Ηρακλής ήταν ημίθεος, γιατί η μητέρα του ήταν η Αλκµήνη, κόρη του βασιλιά των Μυκηνών, και ο πατέρας του ήταν ο Δίας, ο αρχηγός όλων των θεών του Ολύμπου. Γεννήθηκε στη Θήβα όπου είχαν βρει καταφύγιο η Αλκμήνη με τον άντρα της τον Αμφιτρύωνα. Εκεί στη Θήβα, η Αλκμήνη γέννησε δύο παιδιά, τον Ηρακλή και τον Ιφικλή.

Η θέα Ήρα όμως που ήταν η γυναίκα του Δία ζήλευε την Αλκµήνη και µισούσε τον Ηρακλή. Γι’αυτό έκανε τα πάντα για να μην μεγαλώσει το μωρό. Όμως ο ∆ίας έστειλε µια µέρα τον Ερµή να φέρει τον μικρό Ηρακλή στον Όλυµπο. Επειτα έβαλε το μωρό να πιει γάλα από το στήθος της Ήρας, την ώρα που αυτή κοιµόταν. Έτσι ο Ηρακλής έγινε ανίκητος. Όταν η Ήρα ξύπνησε, είδε το μωρό να θηλάζει και αμέσως κατάλαβε ποιο ήταν. Αμέσως τραβήχτηκε και λίγο από το γάλα της χύθηκε στον ουρανό. Ετσι έγινε ο Γαλαξίας µε τα χιλιάδες αστέρια του.

Milky Way: Ο γαλαξίας δημιουργήθηκε από το γάλα της Ήρας

Ο Ηρακλής και τα φίδια

Μια νύχτα, όταν ο Ηρακλής έγινε οκτώ µηνών, η Ήρα έστειλε δυο φίδια να πνίξουν αυτόν και τον αδερφό του. Μόλις τα φίδια πλησίασαν την κούνια τους, όμως, ο Δίας φώτισε το δωμάτιο και τα παιδιά ξύπνησαν. Ο Ιφικλής έβαλε τα κλάµατα μόλις είδε τα φίδια. Αλλά ο Ηρακλής τα άρπαξε και τα έπνιξε. Όλοι τότε κατάλαβαν ότι ο Ηρακλής είχε θεϊκή καταγωγή.

Όταν µεγάλωσε ο Ηρακλής, παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά της Θήβας, τη Μεγάρα, κι έγινε βασιλιάς. Κυβερνούσε τη Θήβα και ζούσε ευτυχισµένος. Όμως η Ηρα δεν είχε ησυχάσει. Μια μέρα του έκανε μάγια και τον τρέλανε. Έτσι ο Ηρακλής έκανε κακό στα παιδιά και στη γυναίκα του, νοµίζοντας πως είναι εχθροί του. Μόλις συνήλθε και κατάλαβε το κακό που είχε κάνει, πήγε στο µαντείο των Δελφών, για να ρωτήσει τον Απόλλωνα τι έπρεπε να κάνει για να τον συγχωρέσουν οι θεοί.

Η Πυθία, η ιέρεια του Απόλλωνα, του είπε ότι έπρεπε να πάει στις Μυκήνες, την πατρίδα της µητέρας του, και να υπηρετήσει για δώδεκα χρόνια τον ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε εκεί και να κάνει ότι τον πρόσταζε. Μετά θα γινόταν αθάνατος και θα ανέβαινε στον Όλυµπο.

Έτσι, ο Ηρακλής έφυγε από τη Θήβα μαζί µε τον ανιψιό του, τον Ιόλαο, και πήγε στις Μυκήνες για να υπηρετήσει τον Ευρυσθέα. Ο Ευρυσθέας, που φοβόταν τον Ηρακλή, τον έβαλε να κάνει δώδεκα άθλους, δηλαδή δώδεκα τρομερά κατορθώµατα, ελπίζοντας ότι σε κάποιο από αυτά θα σκοτωνόταν και θα τον ξεφορτωνόταν μια και καλή.

1ος άθλος - Το λιοντάρι της Νεμέας

Ο πρώτος άθλος του Ηρακλή ήταν να σκοτώσει το λιοντάρι της Νεµέας. Το φοβερό αυτό λιοντάρι ήταν της Ήρας και το είχε µεγαλώσει η ίδια. Το δέρµα του ήταν τόσο σκληρό που τα σιδερένια βέλη δεν το περνούσαν. Ζούσε σε µια σπηλιά µε δυο εισόδους, στην πλαγιά ενός βουνού κοντά στη Νεµέα. Από εκεί κατέβαινε στην πεδιάδα και κατασπάραζε ζώα και ανθρώπους. Οι κάτοικοι ήταν απελπισµένοι και δεν τολµούσαν να βγουν στην εξοχή.

Ο Ηρακλής, πηγαίνοντας στη Νεµέα, πέρασε από το ιερό άλσος της πόλης, έκοψε µια αγριελιά και με το ξύλο της έφτιαξε ένα βαρύ ρόπαλο. Μετά πήγε και περίµενε κοντά στη φωλιά του λιονταριού. Όταν εμφανίστηκε, ο Ηρακλής το χτύπησε µε τα βέλη του. Τα βέλη όμως έπεσαν στη γη χωρίς αποτέλεσμα και το εξαγριωμένο λιοντάρι επιτέθηκε στον Ηρακλή. Τότε αυτός το χτύπησε µε το ρόπαλο του. Το λιοντάρι πόνεσε και κρύφτηκε στη σπηλιά του. Ο Ηρακλής τότε πήρε µεγάλες πέτρες, έκλεισε τη µια είσοδο και µπήκε από την άλλη. Το λιοντάρι βρυχήθηκε και όρµησε πάνω στον ήρωα. Πάλευαν για µια ώρα αλλά στο τέλος, ο Ηρακλής κατάφερε να το πνίξει με τα χέρια του. Μετά το έγδαρε, πήρε το δέρµα του, τη λεοντή, τη φόρεσε και γύρισε στις Μυκήνες. Όταν τον είδε ο Ευρυσθέας με τη λεοντή τρόµαξε τόσο πολύ που διέταξε να του φτιάξουν ένα χάλκινο πιθάρι, για να κρύβεται όταν θα κινδύνευε.

2ος άθλος - Η Λερναία Ύδρα

Στη μια λίµνη της Πελοποννήσου, τη Λέρνη, ζούσε ένα φοβερό νερόφιδο, µε τεράστιο σώµα και εννιά κεφάλια. Από τα στόµατά του έβγαζε φωτιά που έκαιγε φυτά, ζώα κι ανθρώπους. Οι κάτοικοι της περιοχής ήταν απελπισµένοι και κανείς δεν τολµούσε να πλησιάσει τη λίµνη. Ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να σκοτώσει αυτό το τέρας.

Ο Ηρακλής πήγε στη λίµνη Λέρνη µαζί µε τον Ιόλαο. Μόλις είδε τη Λερναία Ύδρα, της επιτέθηκε και με ένα δρεπάνι άρχισε να κόβει τα κεφάλια της. Μόλις όµως έκοβε ένα κεφάλι, στη θέση του φύτρωναν δύο! Φώναξε τότε τον Ιόλαο, που άναψε ένα δαυλό και µόλις ο Ηρακλής έκοβε ένα κεφάλι, ο Ιόλαος έκαιγε την πληγή. Έτσι σταµάτησαν να φυτρώνουν καινούρια κεφάλια. Το µεσαίο όµως κεφάλι της Λερναίας Ύδρας ήταν αθάνατο. Γι’ αυτό ο Ηρακλής, αφού το έκοψε, το έθαψε βαθιά στη γη κι έβαλε πάνω του µια τεράστια πέτρα. Έπειτα, βούτηξε τα βέλη του στο δηλητηριασµένο σώµα της Ύδρας κι έγιναν θανατηφόρα.

3ος άθλος - Το ελάφι της Κερύνειας

Σε ένα βουνό της Πελοποννήσου ζούσε το ιερό ελάφι της θεάς Άρτεµης, η Κερυνίτιδα Έλαφος. Είχε χρυσά κέρατα, χάλκινα πόδια και κανείς δεν το έφτανε στο τρέξιµο. Ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να φέρει το ελάφι αυτό ζωντανό στις Μυκήνες.

Ο Ηρακλής δέχτηκε αλλά έπρεπε να βρει ένα τέχνασμα για να πιάσει το ελάφι χωρίς να το σκοτώσει και εξοργίσει τη θεά Άρτεµη. Ένα ολόκληρο χρόνο το κυνηγούσε στα βουνά και στα δάση χωρίς αποτέλεσµα. Μια µέρα το ελάφι µπήκε σε έναν ποτάμι, τον Λάδωνα. Τότε ο Ηρακλής το χτύπησε ελαφρά µε ένα βέλος στο πόδι. Έτσι το έπιασε, το πήρε στους ώµους του και το πήγε στις Μυκήνες. Εκεί φώναξε τον Ευρυσθέα να βγει από το παλάτι για να πάρει ο ίδιος το ελάφι. Μόλις όμως ο Ευρυσθέας πήγε να το πιάσει, ο Ηρακλής το άφησε και εκείνο έφυγε τρέχοντας γρήγορα και ελευθερώθηκε. Έτσι ο Ηρακλής τήρησε την υπόσχεσή του στη θεά Άρτεµη.

4ος άθλος - Ο Ερυμάνθιος Κάπρος

Σε ένα βουνό της Πελοποννήσου, στον Ερύµανθο, ζούσε ένας κάπρος, δηλαδή ένα τεράστιο αγριογούρουνο. Αυτό το φοβερό ζώο το είχε χαρίσει στον Ερύμανθο η θεά Άρτεμις. Από εκεί εξορμούσε σε ολόκληρη την περιοχή και τρομοκρατούσε τους χωρικούς, κατέστρεφε τα σπαρτά, ενώ με τους χαυλιόδοντές του ξέσκιζε όποιο ζώο έβρισκε μπροστά του. Αυτό το αγρίμι ενοχλούσε ακόμη και τους Κενταύρους, οι οποίοι δεν μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν.

Ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να του φέρει ζωντανό τον Κάπρο βέβαιος ότι δεν θα τα κατάφερνε. Ο Ηρακλής πήγε στον Ερύµανθο και κυνήγησε το αγριογούρουνο για µέρες. Στο τέλος το ζώο εξαντλήθηκε από την κούραση και ο Ηρακλής το έπιασε, το έδεσε, το σήκωσε στους ώµους του και το πήγε ζωντανό στις Μυκήνες. Ο Ευρυσθέας, όταν το είδε, τρόµαξε και κρύφτηκε στο χάλκινο πιθάρι του.

5ος άθλος - Οι στάβλοι του Αυγεία

Ο Αυγείας ήταν βασιλιάς της Ήλιδας και είχε αµέτρητα κοπάδια με βόδια που του τα είχε χαρίσει ο πατέρας του, ο Ήλιος. Τα ζώα αυτά ήταν πάνω από 3.000 και ζούσαν σε τεράστιους στάβλους. Ήταν τόσο πολλά όμως που οι βοσκοί του Αυγεία δεν προλάβαιναν να καθαρίζουν τους στάβλους. Έτσι είχαν µαζευτεί τεράστιοι σωροί από κοπριά που µύριζαν πολύ άσχηµα.

Ο πονηρός Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να καθαρίσει τους στάβλους του βασιλιά Αυγεία αλλά του είπε να το κάνει σε µια μόνο µέρα. Ο Ηρακλής πήγε στον Αυγεία αλλά δεν του είπε τίποτε για τον άθλο. Προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα δέκατο του κοπαδιού. Ο Αυγείας κορόιδεψε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως δέχθηκε και έβαλε το γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα.

Ο Ηρακλής τότε έσκαψε δύο βαθιά χαντάκια, που περνούσαν µέσα από τους στάβλους κι έφταναν µέχρι δύο ποτάμια, τον Αλφειό και τον Πηνειό. Μετά έβαλε πέτρες για φράγμα και έστρεψε το ρεύµα των ποταµών µέσα στα χαντάκια. Τα ορµητικά νερά κατέβηκαν στα χαντάκια και µπήκαν στους στάβλους, όπου παρέσυραν την κοπριά και την πήγαν όλη στη θάλασσα. Έτσι ο Ηρακλής καθάρισε τους στάβλους του Αυγεία σε µια µόνο µέρα.

Αφού τελείωσε μέσα σε μια μέρα, ο Ηρακλής ζήτησε από τον Αυγεία την αμοιβή του, όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή είχε μάθει ότι ο ήρωας εκτελούσε τις διαταγές του Ευρυσθέα. Στη δίκη που έγινε για να λυθεί η διαφορά, ο Φυλέας υπερασπίστηκε τον Ηρακλή αναφέροντας την υπόσχεση του πατέρα του. Όμως πριν ανακοινωθεί η απόφαση, ο Αυγείας εξόρισε τον Φυλέα και τον Ηρακλή από την Ήλιδα. Πολλά χρόνια αργότερα, ο Ηρακλής επέστρεψε και εκδικήθηκε τον Αυγεία.

6ος άθλος - Οι Στυμφαλίδες Όρνιθες

Στη λίµνη Στυµφαλία, κρύβονταν οι Στυµφαλίδες όρνιθες. Αυτά ήταν µεγάλα πουλιά, µε σιδερένια ράµφη και φτερά, που τρέφονταν µε ανθρώπινο κρέας. Ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να τις σκοτώσει ελπίζοντας να τον ξεφορτωθεί αυτή τη φορά.

Ευτυχώς για τον Ηρακλή ήρθε η θεά Αθηνά να τον βοηθήσει, και του έδωσε δυο χάλκινα κρόταλα. Μόλις ο Ηρακλής πήγε στη λίμνη άρχισε να χτυπά τα κρόταλα της Αθηνάς που έκαναν τρομερό θόρυβο. Έτσι, τα πουλιά βγήκαν τροµαγµένα από τα καλάµια της λίµνης όπου κρύβονταν και πέταξαν ψηλά. Τότε ο Ηρακλής µε τα δηλητηριασμένα βέλη του σκότωσε τα περισσότερα. Όσα γλίτωσαν έφυγαν µακριά και δεν εμφανίστηκαν ποτέ ξανά.

7ος άθλος – Ο ταύρος της Κρήτης

Μετά απ’ όλα αυτά τα κατορθώµατα, ο Ευρυσθέας απογοητευμένος έστειλε τον Ηρακλή σε πιο µακρινά µέρη. Στην Κρήτη, ζούσε ο βασιλιάς Μίνωας που είχε έναν άγριο ταύρο. Από το στόµα του έβγαιναν φλόγες κι έκανε πολλές καταστροφές. Ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να πιάσει τον ταύρο.

Ο Ηρακλής πήγε στην Κρήτη και αιχμαλώτισε τον ταύρο χρησιμοποιώντας ένα δίχτυ. Έπειτα, ανεβασµένος στη ράχη του ζώου, πέρασε το Αιγαίο κι επέστρεψε στις Μυκήνες.

8ος άθλος – Τα άλογα του Διομήδη

Στη Θράκη, ζούσε ένας γιος του θεού Άρη, ο βασιλιάς Διοµήδης. Είχε τέσσερα άγρια άλογα, που λέγονταν Πόδαγρος, Λάμπων, Ξάνθος και Δήμος.

Αυτά είχαν χάλκινα σαγόνια και τρέφονταν µε ανθρώπους. Ο Διομήδης τα είχε δεμένα αλλά κάθε φορά που κάποιος άτυχος ναυαγούσε στις ακτές του βασιλείου του, τον έδινε στα άλογα να τον φάνε.

Ο Ευρυσθέας έστειλε και εκεί τον Ηρακλή. Αυτός πήγε στη Θράκη, νίκησε τον Διοµήδη, έπιασε και εξημέρωσε τα άλογα και τα έφερε στις Μυκήνες.

Ο Ηρακλής και τα άλογα του Διοµήδη (από αρχαίο αγγείο)

9ος άθλος – Η ζώνη της Ιππολύτης

Έπειτα ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να ταξιδέψει πιο µακριά, στον Εύξεινο πόντο, στη χώρα των Αµαζόνων για να του φέρει τη ζώνη της βασίλισσας Ιππολύτης. Αυτή η ζώνη ήταν δώρο του θεού Άρη στις Αμαζόνες και είχε τρομερή ισχύ. Η κόρη του Ευρυσθέα, η Αδμήτη, ζήτησε από τον πατέρα της αυτή τη ζώνη, και ο Ευρυσθέας δεν έχασε ευκαιρία. Διέταξε τον Ηρακλή να εκτελέσει αμέσως την επιθυμία της κόρης του.

Ο Ηρακλής, μετά από πολλές περιπέτειες, βρήκε τις Αμαζόνες. Αυτές ήταν όλες τους πανόµορφες και ικανές πολεμίστριες, ξακουστές στο τόξο και στην ιππασία.  Ο Ηρακλής προσπάθησε να πάρει τη ζωή της βασίλισσάς τους. Αυτές όμως αρνήθηκαν να του δώσουν αυτό που ήθελε και του επιτέθηκαν με ορμή. 

Ο Ηρακλής τις πολέµησε. Τελικά νίκησε την Ιππολύτη, πήρε τη ζώνη της και την έφερε στον Ευρυσθέα.

10ος άθλος – Τα βόδια του Γηρυόνη

Αργότερα, ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να πάει μακρυά στη Δύση, πιο πέρα κι από την άκρη της γης. Εκεί υπήρχε ένα νησί που το έλεγαν Ερύθεια στο οποίο ζούσε ένας τρομερός γιος του θεού Ποσειδώνα, ο Γηρυόνης, με τα βόδια του. Ο Ευρυσθέας ζήτησε από τον Ηρακλή να του φέρει τα βόδια για να τα θυσιάσει στην Ήρα.

Ψάχνοντας να βρει τον Γηρυόνη και το νησί του, ο Ηρακλής έφτασε ως εκεί που ενώνονται η Ευρώπη µε την Αφρική. Έπρεπε όµως να διασχίσει τον Ωκεανό αλλά δεν είχε τρόπο. Γι’ αυτό ζήτησε από τον Ήλιο να του δανείσει το χρυσό του κύπελλο. M’ αυτό το κύπελλο ταξίδευε και ο Ήλιος όταν έφερνε το φως της µέρας. Ο Ήλιος θαύµασε την παλικαριά του Ηρακλή και του το έδωσε. Έτσι ο Ηρακλής πέρασε τον Ωκεανό και έφτασε στη χώρα του Γηρυόνη.

Ο Γηρυόνης ήταν ένας γίγαντας που από τη µέση κι επάνω είχε τρία σώµατα και τρία κεφάλια. Τα βόδια του τα φύλαγε ο Ευρυτίωνας και ο σκύλος του, ο Όρθος, που είχε δυο κεφάλια και η ουρά του ήταν φίδι. Ο Ηρακλής χτύπησε με το ρόπαλό του και τον Ευρυτίωνα και το φοβερό σκυλί. Μόλις εμφανίστηκε ο Γηρυόνης, ο Ηρακλής του έριξε τα φαρμακερά βέλη του, τον νίκησε και τελικά πήρε τα βόδια. Τα έφερε στον Ευρυσθέα που τα θυσίασε στη θεά Ήρα.

11ος άθλος - Ο Κέρβερος του Άδη  

Μετά από όλα αυτά, είχε αποδειχτεί πια ότι ο Ηρακλής ήταν ανίκητος στη Γη. Γι’ αυτό ο Ευρυσθέας αποφάσισε να τον στείλει στον Κάτω Κόσµο για να του φέρει τον Κέρβερο, ένα φοβερό σκυλί µε τρία κεφάλια και ουρά δράκου, που φύλαγε την είσοδο του Άδη. Αυτό το τρομερό σκυλί ήταν αδερφός του Όρθρου, του σκυλιού του Γηρυόνη.

Ο Ηρακλής πήγε στον Άδη. Ζήτησε την άδεια του Πλούτωνα και της Περσεφόνης, για να πάρει τον Κέρβερο. Αυτοί συμφώνησαν, και ο Ηρακλής πάλεψε με τον Κέρβερο, τον νίκησε, τον έδεσε και τον πήγε στις Μυκήνες. Όταν τον αντίκρισε, ο Ευρυσθέας τρόµαξε και κρύφτηκε πάλι στο πιθάρι. Ο Ηρακλής γύρισε τον Κέρβερο στον Άδη, όπως είχε υποσχεθεί στον Πλούτωνα.

Ο Ηρακλής τραγουδά για τον Κέρβερο:
«...πέρασα βάσανα αµέτρητα,
σε αφέντη δούλεψα πολύ κατώτερό µου,
που άθλους φοβερούς, αβάσταχτους µε πρόσταξε να κάνω.
Με είχε κι εδώ (στον Άδη) σταλµένο κάποτε, το σκύλο να του φέρω,
γιατί άθλος πιο βαρύς, λογάριαζε, δε γίνεται από τούτον.
Ωστόσο εγώ τού τον ανέβασα, τον έβγαλα απ’ τον Άδη,
γιατί ήταν ο Ερµής που µου παράστεκε κι η γλαυκοµάτα κόρη.»

Όµηρος, Οδύσσεια λ 620-626, µτφ. Καζαντζάκη

12ος άθλος – Τα χρυσά µήλα των Εσπερίδων

Μετά ο Ευρυσθέας τού ζήτησε να κάνει έναν τελευταίο άθλο. Ήθελε να του φέρει τα χρυσά µήλα από τον κήπο των Εσπερίδων. Αυτός ο κήπος ήταν γεμάτος μηλιές που ήταν γαμήλιο δώρο της Γης στον Δία και την Ηρα. Η Ήρα είχε φυτέψει τα δέντρα στον κήπο των θεών στην άκρη της γης και όποιος έτρωγε από τα χρυσά μήλα, έµενε για πάντα νέος. Εξω από τον κήπο ήταν ο Άτλαντας, ο τιτάνας που είχε καταδικαστεί από τον Δία να σηκώνει τον Ουρανό στη ράχη του.

Όμως οι κόρες του Άτλαντα έκλεβαν τα μήλα. Γι’αυτό η Ήρα είχε βάλει να τα φυλάνε οι νύµφες Εσπερίδες και ένας φοβερός δράκος, ο Λάδωνας που είχε εκατό κεφάλια.

Ο Ηρακλής ταξίδεψε πολύ για να φτάσει εκεί στον κήπο τον Εσπεριδών καθώς δεν ήξερε το δρόμο. Κάποτε έφτασε στον Καύκασο όπου ελευθέρωσε τον Προµηθέα από τα δεσμά του. Εκείνος, για να τον ευχαριστήσει, του έδειξε το δρόµο για τον κήπο των Εσπερίδων αλλά τον συµβούλεψε να στείλει τον Άτλαντα να πάρει τα χρυσά µήλα.

Ο Ηρακλής βρήκε τον Άτλαντα κι εκείνος συμφώνησε να πάει να φέρει τα μήλα από τον κήπο των Εσπερίδων. Του ζήτησε όμως να κρατήσει τον ουρανό στη ράχη του, μέχρι να γυρίσει. Ο Ηρακλής δέχτηκε.

Ο Ηρακλής κρατάει τον ουρανό

Ο Άτλαντας πήρε τα χρυσά µήλα, µε τη βοήθεια των Εσπερίδων, που έφτιαξαν ένα µαγικό φίλτρο και κοίµισαν το δράκο. Όταν επέστρεψε όμως στον Ηρακλή, δεν ήθελε να ξαναπάρει τον Ουρανό στη ράχη του. Του είπε ότι θα πήγαινε ο ίδιος τα µήλα στον Ευρυσθέα. Ο Ηρακλής έκανε πως συµφώνησε αλλά τον παρακάλεσε να τον βοηθήσει για λίγο να βάλει ένα µαξιλάρι στη ράχη του, ώστε να κρατάει καλύτερα τον Ουρανό. Ο Άτλαντας πλησίασε να τον βοηθήσει και τότε ο Ηρακλής έριξε τον Ουρανό στη ράχη του Άτλαντα, άρπαξε τα χρυσά µήλα και γύρισε νικητής στις Μυκήνες.

Καταφέρνοντας και αυτό τον άθλο, ο Ηρακλής ήταν επιτέλους ελεύθερος.

Τι σημαίνει το όνομα Ηρακλής

Το όνομα Ηρακλής σημαίνει στην ουσία αυτός που απέκτησε κλέος, δηλαδή µεγάλη δόξα, χάρη στην Ήρα. Λόγω του μίσους της Ήρας για το παιδί του Δία, ο Ηρακλής έκανε όλα αυτά τα κατορθώματα που του έφεραν τόση δόξα. Μάλιστα, ήταν τόσα πολλά αυτά που έκανε και τόσες οι ευεργεσίες του, εκτός από τους δώδεκα άθλους, που οι άνθρωποι τον αγάπησαν πολύ και τον λάτρεψαν σαν θεό. Εφτιαξαν ναούς για αυτόν, έδωσαν το όνομά του σε πολλές πόλεις (π.χ. ακόμα και σήμερα: Ηράκλειο), και έκαναν γιορτές κι αγώνες για να τον τιµήσουν. Ακόµα και το σηµερινό Γιβραλτάρ, λέγεται και «Ηράκλειες στήλες», γιατί σύμφωνα με το μύθο ο Ηρακλής περνώντας από κει έστησε δύο κολόνες, µία στην Ευρώπη και µία στην Αφρική. Οι ∆ωριείς, πίστευαν ότι κατάγονταν από τον Ηρακλή και γι’ αυτό τους έλεγαν και Ηρακλείδες. Το ίδιο πίστευε και ο Μέγας Αλέξανδρος, που έλεγε ότι ήταν απόγονος του Ηρακλή και πάντα του πρόσφερε θυσίες.

Εικονογράφηση: Παιδικά Παραμύθια

Πληροφορίες
Συλλογή παραμυθιών
Κατηγορία παραμυθιού
Προέλευση (περιοχή)
Δώσε αστέρια
Average: 4.7 (337 ψήφοι)