Μια φορά και έναν καιρό, στο βασίλειο της Λάσπης, σ’έναν ψηλό πύργο, ζούσε ο Φαφλατάκος, ο δράκος. Ήταν μικροσκοπικός, λαίμαργος και παχουλός, και δεν έμοιαζε σε τίποτα με έναν τρομακτικό δράκοντα.
Νέα παραμύθια
Μια φορά κι έναν καιρό, στο Γκρι Βασίλειο ζούσε ο Βασιλιάς της Καρδιάς Θούρις με τη Μεγάλη Βασίλισσα Ριάνα.
Μία φορά κι έναν καιρό...Σε ένα δάσος, κρυμμένο καλά, τόσο που για να μάθεις για την ύπαρξή του έπρεπε να περπατήσεις χιλιόμετρα έξω απ’ την πόλη, ζούσε ο Μάρκος, ο σκαντζόχοιρος. Ο Μάρκος ήταν 4 χρόνων γέρος. Γέρος, βέβαια. Αφού οι σκαντζόχοιροι ζουν μέχρι 5 χρόνια. Όποιον και να ρωτούσες στο δάσος όμως, έλεγε πως ήταν εφτάψυχος, σαν γάτα.
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε μία αγαπημένη οικογένεια. Αποτελούνταν από τέσσερα μέλη, οι γονείς και τα δύο κορίτσια.
Αφιερωμένο στη δικιά μας Μελίτα που μας χρωμάτισε τη ζωή με τα καταπράσινα μάτια της!
Υπήρχε κάποτε μία μπάμπουσκα, που μέσα της είχε επτά μικρά παιδάκια. Ήταν πολύ χαρούμενη για τα παιδάκια της η μπάμπουσκα αυτή. Όλα μέσα της φώλιαζαν κι ευτυχισμένα ζούσαν.
Ένα ακουστικό βιβλίο για τον γνωστό μύθο του Αισώπου "Η αλεπού και το λιοντάρι" σε διασκευή - αφήγηση της εκπαιδευτικού Χρυσάνθης Βασιλοπούλου. H εικόνα είναι σχέδιο του Harrison Weir και προέρχεται από τη σελ. 135 του έργου "Three Hundred Æsop's Fables" του G. F. Townshend. Ακούστε τον μύθο:
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσαν δύο αδέρφια. Η Γαριφαλιά και ο Δημήτρης. Αυτά τα δύο αδέρφια φαινόταν με μια ματιά ότι ήταν δίδυμα. Δυστυχώς, δεν είχαν καθόλου φίλους γιατί όλοι τους περνούσαν για τρελούς, λόγο της φαντασίας τους. Ήταν 8 χρονών και δεν ξέρω άλλα παιδιά που να ήταν τόσο μα τόσο περιπετειώδη.
Σε μια κωμόπολη της Ελλάδας, σε άλλους γνωστή και σε άλλους εντελώς άγνωστη, ζούσε η Ειρήνη, μια νέα και όμορφη κοπέλα, που είχε την τύχη αλλά και την κατάρα να κρατά στις πλάτες της ένα τόσο βαρύ όνομα. Ειρήνη. Όλοι μας "ειρήνη" ευχόμαστε για τον κόσμο μας, όλοι αυτό θέλουμε κι όμως πολλές φορές το μίσος μας την κρύβει.
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένα όμορφο, γερό, καφέ άλογο με μαύρη χαίτη και ουρά. Τον έλεγαν Popcorn και περνούσε τη ζωή του ήσυχα. Έμενε σε έναν ιππικό όμιλο όπου όλοι τον φρόντιζαν και τον αγαπούσαν.
Δημοφιλή παραμύθια
Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια μικρή κόκκινη κότα. Μια μέρα ενώ σκάλιζε το χώμα στον αχυρώνα που ζούσε, βρήκε ένα σπόρο σιταριού. Τότε ρώτησε τα υπόλοιπα ζώα του αγροκτήματος: «Ποιος θα φυτέψει αυτό το σιτάρι;»
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένα πολύ φτωχό αγόρι που το έλεγαν Πετράκι. Όταν μεγάλωνε θα ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής γιατί: και του άρεσε, και ήταν πολύ καλός σε αυτό. Μάλιστα στον ελεύθερό του χρόνο έπαιζε ποδόσφαιρο με τις φίλες και τους φίλους του, σε έναν μεγάλο, πλατύ δρόμο.
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ο Αλαντίν, ο γιος ενός φτωχού ράφτη, που είχε πεθάνει όταν το αγόρι ήταν ακόμη πολύ μικρό.
Μια φορά και έναν καιρό, μακριά πολύ μακριά, εκεί που δεν φτάνει ανθρώπινο μάτι και ψηλά πολύ ψηλά, πιο ψηλά και από τις κορυφές των βουνών, πιο πέρα και από τα μαλακά λευκά και ροζ συννεφάκια, μέσα από λαμπερά αστεράκια που μοιάζουν με φαναράκια, τον χρυσοκίτρινο ήλιο που ζεσταίνει τον καταγάλανο ουρανό και το φεγγάρι που ασημοβάφει την θάλασσα
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στην αυλή ενός χωριάτικου σπιτιού μια χελώνα, που είχε έναν μεγάλο καημό. Ήθελε να πετάξει στον ουρανό όπως τα πουλιά.
Ήταν μια φορά κι έναν καιρό ένας βασιλιάς που είχε μια πολύ όμορφη κόρη. Η βασιλοπούλα αυτή ήταν τόσο πεντάμορφη που καμιά δεν μπορούσε να την παραβγεί στην ομορφιά. Ήταν όμως και τόσο περήφανη που κανέναν απ’ όσους έρχονταν στο παλάτι και ζητούσαν να την παντρευτούν δεν τον θεωρούσε άξιό της. Τους έδιωχνε όλους και πολλές φορές τους περιφρονούσε και τους κορόιδευε άσχημα.
Μια φορά και έναν καιρό, ήταν μια χώρα μακρυνή που είχε ένα βασιλιά. Και ο βασιλιάς αυτός είχε έναν πανέμορφο κήπο γύρω από το παλάτι του. Μέσα στον κήπο ήταν και μια μηλιά φορτωμένη με χρυσά μήλα. Όταν τα μήλα είχαν πια καλά ωριμάσει, ο βασιλιάς έδωσε διαταγή και τα μέτρησαν.
Μαμά θέλω καινούρια παπούτσια!
- Κι άλλα; Πριν δυο βδομάδες πήραμε!
- Κι άλλα…
- Να ρωτήσω γιατί;
- Να… Νομίζω πως δε με συμπαθούν πολύ… Και φοβάμαι μη μου κάνουν κακό όπως στο μικρό
Λουκά κάποτε.
- Ποιόν Λουκά; Τι;
Ξεκίνησε η Κυρά Πηνιώ κι έσυρε κατά το πηγάδι έξω από το χωριό, πρωί πρωί, αξημέρωτα ακόμα, να τραβήξει νερό, για τις καθημερινές δουλειές της μέρας. Είχε δεν είχε, μια και δυο πλύθηκε, σαπουνίστηκε, φόρεσε τα πρόχειρα τα ρούχα της δουλειάς, έδεσε το λουλουδάτο τσεμπέρι της στα μαλλιά και ξεκίνησε για την δασωμένη δημοσιά, στο έμπα του χωριού. Πριν βγει από την πόρτα ξύπνησε και τη κόρη της.
Μια φορά κι έναν καιρό σε μια όμορφη χώρα, την Όνειροχώρα, εκεί που ζουν νεράιδες, ξωτικά, εκεί που ανθίζουν λουλούδια, δέντρα μαγικά και τα φύλλα τους είναι στολισμένα από χρυσόσκονη, ζούσε και ένα μικρό χαριτωμένο σκανδαλιάρικο ξωτικό που τον έλεγαν Ζαχαρένιο. Είχε μεγάλα αυτιά και ξεχώριζε από τα άλλα ξωτικά για το δυνατό του γέλιο. Αν προχωρούσες λίγο παρακάτω θα έβλεπες και το σπίτι του που ήταν μικρό και όμορφο χωμένο μέσα στα δέντρα.