Βαριόταν ο Παραμυθούλης ολομόναχος όλη μέρα στο ράφι πάνω από το κρεβάτι, να κάθεται και να καταπίνει όλη τη σκόνη που η Σοφούλα απορροφημένη όλη μέρα από τα διαβάσματα κι άλλοτε από τα παιχνίδια, άφηνε συχνά να μαζεύεται στα ράφια κι άρχισε να σκέφτεται τι να κάνει για να σμίξει με τη παρέα του τα άλλα παραμύθια, να παίζει και να περνάει καλά,
ράφι
Δημοφιλή παραμύθια
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε, ένα φτωχό, μα καλό κι αγαπημένο αντρόγυνο. Είχαν ένα ξύλινο σπιτάκι κοντά στο μεγάλο δάσος, κι επειδή ήταν πολύ φτωχοί, ο άντρας πήγαινε κι έκοβε ξύλα κι η γυναίκα του έπλεκε κάλτσες, τα πουλούσαν και ζούσαν φτωχικά, μα πάντα αγαπημένα. Ένα μονάχα καημό είχαν στη ζωή τους: που δεν αξιώθηκαν να κάνουν παιδί, για να τόχουν συντροφιά και παρηγοριά στα γεράματά τους.
Μια φορά κι έναν καιρό μια χήρα γυναίκα και πολύ φτωχιά είχε πέντε παιδιά κι ήταν τόσο φτωχιά, που δεν είχε στον ήλιο μοίρα. Και δεν έβρισκε και δουλειά για να δουλέψει, μόνο μια φορά την εβδομάδα την φώναζε μια αρχόντισσα γειτόνισσά της, για να της ζυμώνει το ψωμί της, και της έδινε για τον κόπο της ένα γωνιάδι ψωμί να πάει στα παιδιά της να φάνε.
Οι μαγικές μέρες των Χριστουγέννων είχαν φθάσει, και ο μικρός Ντίν ήταν αποφασισμένος ότι αυτή τη φορά θα δει τον Αι Βασιλη από κοντά.
Μια φορά και έναν καιρό, ένας φτωχός ξυλοκόπος και η γυναίκα του είχαν επτά γιους. Ομως, κάθε παιδί που γεννιόταν ήτανε μικρότερο από το προηγούμενο. Όταν μάλιστα γεννήθηκε το έβδομο, δεν ξεπερνούσε το μέγεθος ενός ρεβιθιού και γι' αυτό όλοι το φώναζαν Κοντορεβιθούλη. Ακόμα και όταν πέρασε πολύς καιρός, ο Κοντορεβιθούλης παρέμεινε το ίδιο σχεδόν μικρούλης. Ήταν όμως τόσο έξυπνος και τόσο ετοιμόλογος που ξεπερνούσε όλα τα αδέρφια του στο μυαλό.
Μια φορά κι έναν καιρό, στην αρχαία Ελλάδα, ο πιο ταλαντούχος μουσικός ήταν ο Ορφέας, ο γιος της Καλλιόπης, μίας από τις Εννέα Μούσες που ήταν κόρες του Δία και χάριζαν έμπνευση στους καλλιτέχνες. Ο Ορφέας έπαιζε λύρα και στο άκουσμα της μουσικής του, τα πουλιά σταματούσαν να πετάνε για να τον ακούσουν ενώ τα άγρια ζώα ημέρευαν και δεν κυνηγούσαν το ένα το άλλο. Ακόμα και τα δέντρα λύγιζαν για να ακούσουν τη μουσική του Ορφέα, που την έφερνε ο άνεμος.
Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε ένα πανέμορφο κάστρο, ένα κάστρο πάνω στα σύννεφα! Το κάστρο αυτό το φύλαγαν μαγικοί μονόκεροι. Αυτοί οι μονόκεροι ήταν τόσο όμορφοι που σάστιζες από την ομορφιά τους. Είχαν μακρυά βελούδινη χαίτη, πολύχρωμη ουρά και το κέρατό τους ήταν χρυσό.
Γεια σας παιδιά! Είμαι ο Βίκτωρ και θέλω πολύ να μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία! Είμαι 7 χρόνων και φέτος ξεκίνησα τη Δευτέρα Δημοτικού! Δύσκολη τάξη! Έχω μια μαμά που τη λένε Ντόνα, έναν μπαμπά, τον Έρικ και δύο αδέρφια, τον Τόνυ που είναι 11 χρονών και πηγαίνει στην Έκτη Δημοτικού και τη Λίλη που είναι 3 χρόνων και δεν πηγαίνει ακόμα σχολείο –η τυχερή!- Α! Έχω και μία γιαγιά, την Άλις και σήμερα, νομίζω, ότι θα μπορέσω να σας πω με σιγουριά πόσο χρονών είναι! Έχει τα γενέθλιά της σήμερα και το απόγευμα θα κόψουμε την τούρτα! Ξέρετε, μέχρι πέρσι δεν ήξερα πόσο χρονών είναι η γιαγιά μου γιατί όσες φορές τη ρώτησα δεν θυμόταν να μου πει και όσες φορές προσπάθησα να το καταλάβω μετρώντας τα κεράκια πάνω στην τούρτα δεν τα κατάφερνα, γιατί είναι τοοοοοσα πολλά που δεν προλάβαινα να τα μετρήσω όλα! Σήμερα όμως θα τα καταφέρω ,ξέρετε γιατί; Γιατί ΕΜΑΘΑ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟ! Ει, μη γελάτε, δεν ήταν καθόλου εύκολο να το καταφέρω! Ώρα να σας διηγηθώ τώρα πώς τα κατάφερα, αν θέλετε, τι λέτε;
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλέας κι είχε μια θυγατέρα. Της έλεγε να την παντρέψει, δεν ήθελε. Της έλεγε για τον έναν, της έλεγε για τον άλλον, κανέναν δεν ήθελε. Του λέει μια μέρα:
Μια φορά κι έναν καιρό, το λιοντάρι που όπως ξέρουμε είναι ο βασιλιάς των ζώων – αρρώστησε βαριά. Φοβήθηκε πως θα πεθάνει κι έδωσε διαταγή να συγκεντρωθούν όλα τα ζώα του μεγάλου δάσους μπροστά του, για να του πουν τι πρέπει να κάνει για να γιατρευτεί.
Ητανε μία φορά πριν χρόνια
ένας καθρέφτης στρογγυλός
σαν κυπαρίσσι ήταν ψηλός
κι όλος πολύ γυαλιστερός
Σ' ένα καφέ αυτός βρισκόταν
σε μία πόλη μακρινή
κι οι άνθρωποι πριν μπούνε μέσα
κοιτάζονταν όλοι εκεί...