Στο χωράφι απόψε είχε ξεμείνει από το πρωινό μάζεμα μια πατατούλα. Δεν ήταν από εκείνες τις ολοστρόγγυλες και παχουλές. Ήταν στενόμακρη, λίγο πλακουτσωτή και μ' ένα μικρό εξόγκωμα σαν καρούμπαλο αριστερά από τ' αυτί της.
αστέρια
Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας μοναχικός γίγαντας στην Αστερούπολη-Αστεροχώρα.
Το όνομα του ήταν Πελώριος. Ήταν τόσο μεγάλος που όσοι τον έβλεπαν τον φοβόντουσαν, και γιαυτό δεν είχε φίλους. Η μόνη του ασχολία ήταν η μαγική του σφεντόνα, την αγαπούσε τόσο πολύ, και ήταν το μοναδικό του όπλο.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλέας κι είχε μια θυγατέρα. Της έλεγε να την παντρέψει, δεν ήθελε. Της έλεγε για τον έναν, της έλεγε για τον άλλον, κανέναν δεν ήθελε. Του λέει μια μέρα:
Αν υπάρχει ένα βιβλίο που έχει αγαπηθεί όσο κανένα άλλο, αυτό είναι ο «Μικρός Πρίγκιπας» του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Η ιστορία του Μικρού Πρίγκιπα, ενός ιδιαίτερου παιδιού που έφτασε στη γη από άλλον πλανήτη, είναι ένα μαγικό και διαχρονικό παραμύθι που γράφτηκε για μικρούς αλλά αγαπήθηκε από μεγάλους...
Μια φορά κι έναν καιρό σε μια χώρα μακρινή, το κρύο ήταν αβάσταχτο, χιόνιζε και ήδη είχε αρχίσει να βραδιάζει. Ήταν το τελευταίο βράδυ του έτους, παραμονή Πρωτοχρονιάς. Με τέτοιο κρύο και τέτοιο σκοτάδι, ένα φτωχό κοριτσάκι περπατούσε στο δρόμο χωρίς σκουφί και ξυπόλυτο.
Δημοφιλή παραμύθια
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας φτωχός ψαράς, κι όλη νύχτα αγωνιζόταν να πιάσει ψάρι και ψάρι δεν έπιανε. Όταν ήρθε η αυγή, έριξε πάλι τ’ αγκίστρι του κι έλεγε απομέσα του: «Ω, Θεέ μου, δυστυχία! σήμερα θα πεθάνουν τα παιδιά μου απ’ την πείνα».
Έφτασε εκείνη η εποχή του χρόνου. Σακιά ξέχειλα ζάχαρη άχνη στοιβάζονται πλάι σε καβουρντισμένα αμύγδαλα, έτοιμα να σκεπάσουν μοσχοβολιστούς κουραμπιέδες, αμέσως μόλις κρυώσουν. Καρύδια περιμένουν να στολίσουν αφράτα μελομακάρονα. Ήσυχα-ήσυχα τα μελομακάρονα περιμένουν τη σειρά τους για να βουτήξουν στο μέλι.
Ένα ποντικάκι μία φορά προσπαθούσε να ξεφύγει από τα νύχια μίας γάτας η οποία το κυνηγούσε για ώρα και κρύφτηκε μέσα στην τρύπα ενός τοίχου. Η γάτα άρχισε τότε να σκαρφίζεται διάφορους τρόπους για να το βγάλει έξω.
Μια φορά και ένα καιρό, έξω από ένα μεγάλο δάσος, ζούσε ένας ξυλοκόπος τόσο φτωχός, που με δυσκολία εξασφάλιζε κάθε μέρα λίγο ψωμί για τη γυναίκα του και τα δύο του παιδιά, τον Χάνσελ και την Γκρέτελ.
Μια φορά και έναν καιρό, βαθιά στο δάσος, εκεί όπου ο ζεστός ήλιος κι ο δροσερός αέρας σχημάτιζαν ένα γλυκό ήσυχο μέρος, μεγάλωνε ένα μικρό, όμορφο έλατο.
Τα παραμύθια έχουν υπόβαθρο κυρίως την κουλτούρα και την παράδοση των λαών, καθώς και τους θρύλους που δημιουργήθηκαν από παραλλαγές διηγήσεων ζητημάτων που κινούσαν το ενδιαφέρον των ανθρώπων, και μεταποιημένων αναλόγως πώς εξυπηρετείτο το συμφέρον και η φαντασία τους. Γι αυτό το λόγο πολλές ιστορήσεις και διηγήσεις έχουν κοινή ρίζα, κυρίως όσες βασίζονται στη θρησκεία και στα ήθη και έθιμα του κάθε λαού.
Βαριόταν ο Παραμυθούλης ολομόναχος όλη μέρα στο ράφι πάνω από το κρεβάτι, να κάθεται και να καταπίνει όλη τη σκόνη που η Σοφούλα απορροφημένη όλη μέρα από τα διαβάσματα κι άλλοτε από τα παιχνίδια, άφηνε συχνά να μαζεύεται στα ράφια κι άρχισε να σκέφτεται τι να κάνει για να σμίξει με τη παρέα του τα άλλα παραμύθια, να παίζει και να περνάει καλά,
Μια φορά κι έναν καιρό, μια αρκούδα κι ένας λύκος περπατούσαν μέσα στο δάσος. Ήταν καλοκαίρι και η αρκούδα άκουσε ξαφνικά ένα πουλάκι που κελαηδούσε πάρα πολύ γλυκά.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας παπουτσής, εργατικός και πολύ καλός τεχνίτης αλλά πολύ φτωχός. Οι καιροί ήταν δύσκολοι και, παρότι δούλευε όλη μέρα, δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα. Με πολύ κόπο έβγαζε το ψωμί του. Ό,τι κέρδιζε το ξόδευε για την οικογένεια του και τις περισσότερες φορές δεν του περίσσευαν χρήματα ούτε για να αγοράσει καινούργια δέρματα.
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένα όμορφο, γερό, καφέ άλογο με μαύρη χαίτη και ουρά. Τον έλεγαν Popcorn και περνούσε τη ζωή του ήσυχα. Έμενε σε έναν ιππικό όμιλο όπου όλοι τον φρόντιζαν και τον αγαπούσαν.