Μια φορά και έναν καιρό σε ένα όμορφο μικρό σπιτάκι στην μέση του δάσους ζούσαν τρία γουρουνάκια μαζί με τους γονείς τους , η Πέππα, ο Τζορτζ και ο Τζόνι...
Παππούς Γουρουνάκης
Μια φορά και έναν καιρό, όταν ο παππούς γουρουνάκης ήταν μικρό παιδί είχε πάει βόλτα σε ένα πανηγύρι. Καθώς έκανε βόλτα στα όμορφα μαγαζάκια, κάτι ιδιαίτερο κέντρισε την προσοχή του σε ένα μαγαζί που πουλούσε παλιά πράγματα. Ήταν ένα ιδιαίτερο κουτί από ξύλο, γεμάτο σκόνη και είχε μόνο ένα κουμπί.
Δημοφιλή παραμύθια
Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν στο χωριό. Ο Άγιος Βασίλης είχες τόσες πολλές δουλειές που δεν είχε χρόνο ούτε να κοιμηθεί. Αμέτρητες παιδικές επιθυμίες που έπρεπε να εκπληρωθούν. Πήρε ένα φλιτζάνι τσάι και έκατσε στο γραφείο του. Άνοιξε το συρτάρι και έπιασε τον σκονισμένο χάρτη. Ένα χρόνο είχε να τον δει. Πήρε το κόκκινο μολύβι του και άρχισε αμέσως να σημειώνει τα σπίτια που θα επισκεπτόταν το βράδυ της πρωτοχρονιάς. Είχε τόση δουλειά που σίγουρα θα τον έπαιρνε το βράδυ.
Μια φορά και έναν καιρό σε μια πόλη στην Περσία, ζούσαν δύο αδέλφια, ο Κασίμ και ο Αλή Μπαμπά. Ο Κασίμ ήταν παντρεμένος με μια πλούσια γυναίκα και είχε όλα τα αγαθά, ενώ ο Αλή Μπαμπά έπρεπε να συντηρήσει τη γυναίκα και τα παιδιά του κόβοντας ξύλα σε ένα γειτονικό δάσος και πουλώντας τα στην πόλη.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς. Ο βασιλιάς αυτός είχε δώδεκα κόρες, τη μια ωραιότερη από την άλλη. Κοιμόντουσαν όλες μαζί στο ίδιο μεγαλόπρεπο δωμάτιο και τα κρεβάτια τους ήταν το ένα δίπλα στο άλλο. Τη νύχτα, όταν πήγαιναν να κοιμηθούν, ο βασιλιάς κλείδωνε την πόρτα και την αμπάρωνε. Το πρωί όμως, όταν την ξεκλείδωνε, κάθε φορά έβλεπε κάτι πολύ παράξενο. Τα παπούτσια που φορούσαν οι πριγκίπισσες ήταν όλα σκισμένα και χαλασμένα σα να χόρευαν όλη νύχτα! Κανένας δεν κατόρθωνε να εξηγήσει πώς γινόταν ένα τέτοιο πράγμα.
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας μεγάλος βασιλιάς που είχε τρεις γιους και τους αγαπούσε πολύ. Μια μέρα αποφάσισε να δει πόσο τον αγαπούσαν κι εκείνοι. Φώναξε λοιπόν τον καθένα και τον ρώτησε πόσο τον αγαπάει.
"Σ' αγαπώ όσο αγαπώ το χρυσάφι και τα κοσμήματα", είπε ο πρώτος γιος και ο βασιλιάς ευχαριστήθηκε πολύ.
Γεια σας παιδιά! Είμαι ο Βίκτωρ και θέλω πολύ να μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία! Είμαι 7 χρόνων και φέτος ξεκίνησα τη Δευτέρα Δημοτικού! Δύσκολη τάξη! Έχω μια μαμά που τη λένε Ντόνα, έναν μπαμπά, τον Έρικ και δύο αδέρφια, τον Τόνυ που είναι 11 χρονών και πηγαίνει στην Έκτη Δημοτικού και τη Λίλη που είναι 3 χρόνων και δεν πηγαίνει ακόμα σχολείο –η τυχερή!- Α! Έχω και μία γιαγιά, την Άλις και σήμερα, νομίζω, ότι θα μπορέσω να σας πω με σιγουριά πόσο χρονών είναι! Έχει τα γενέθλιά της σήμερα και το απόγευμα θα κόψουμε την τούρτα! Ξέρετε, μέχρι πέρσι δεν ήξερα πόσο χρονών είναι η γιαγιά μου γιατί όσες φορές τη ρώτησα δεν θυμόταν να μου πει και όσες φορές προσπάθησα να το καταλάβω μετρώντας τα κεράκια πάνω στην τούρτα δεν τα κατάφερνα, γιατί είναι τοοοοοσα πολλά που δεν προλάβαινα να τα μετρήσω όλα! Σήμερα όμως θα τα καταφέρω ,ξέρετε γιατί; Γιατί ΕΜΑΘΑ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟ! Ει, μη γελάτε, δεν ήταν καθόλου εύκολο να το καταφέρω! Ώρα να σας διηγηθώ τώρα πώς τα κατάφερα, αν θέλετε, τι λέτε;
Μαμά θέλω καινούρια παπούτσια!
- Κι άλλα; Πριν δυο βδομάδες πήραμε!
- Κι άλλα…
- Να ρωτήσω γιατί;
- Να… Νομίζω πως δε με συμπαθούν πολύ… Και φοβάμαι μη μου κάνουν κακό όπως στο μικρό
Λουκά κάποτε.
- Ποιόν Λουκά; Τι;
Μια φορά και έναν καιρό, ένα ηλιόλουστο απόγευμα, η Αλίκη καθόταν στον κήπο με την αδερφή της. Διάβαζε ένα βιβλίο, αλλά βαριόταν πολύ!
Τότε, είδε ένα μικρό άσπρο κουνέλι με ροζ μάτια να τρέχει μπροστά της. Η Αλίκη αποφάσισε να αφήσει την αδερφή της και να το ακολουθήσει.
Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε ένα πανέμορφο κάστρο, ένα κάστρο πάνω στα σύννεφα! Το κάστρο αυτό το φύλαγαν μαγικοί μονόκεροι. Αυτοί οι μονόκεροι ήταν τόσο όμορφοι που σάστιζες από την ομορφιά τους. Είχαν μακρυά βελούδινη χαίτη, πολύχρωμη ουρά και το κέρατό τους ήταν χρυσό.
Μια φορά και έναν καιρό, ζούσε ένας έμπορος ο οποίος είχε τρεις κόρες που τις αγαπούσε περισσότερο από τον ίδιο του τον εαυτό. Μια μέρα, ο έμπορος έπρεπε να κάνει ένα μακρινό ταξίδι για να αγοράσει κάποια αγαθά. Προτού φύγει, ρώτησε τις κόρες του αν επιθυμούν να τους φέρει δώρα.
Σε ένα μικρό χωριό της Ελλάδας γεννήθηκε ένα γλυκό και όμορφο κοριτσάκι. Μόλις άνοιξε πρώτη φορά τα μάτια του, αντίκρισε τα μεγάλα στοργικά μάτια της μητέρας του και χαμογέλασε γλυκά.