Ήταν Απρίλιος όταν γεννήθηκα. Να πω την αλήθεια δεν έβλεπα τίποτα ούτε την Μαμά που με γέννησε. Ξέρετε γιατί; Τα αλεπουδάκια τις πρώτες δέκα - δεκαπέντε μέρες είναι τυφλά.
Νέα παραμύθια
Μια φορά και έναν καιρό σε ένα μακρινό βασίλειο ζούσανε δύο πολύ όμορφες και καλόκαρδες πριγκίπισσες μαζί με τον μπαμπά τους βασιλιά και την μαμά τους βασίλισσα. Μεγάλωναν μέσα στο παλάτι χωρίς να τους λείπει τίποτα. Είχανε τα καλύτερα ρούχα. Είχανε τα καλύτερα παιχνίδια. Είχανε τα πιο όμορφα άλογα.
Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε ένα πανέμορφο κάστρο, ένα κάστρο πάνω στα σύννεφα! Το κάστρο αυτό το φύλαγαν μαγικοί μονόκεροι. Αυτοί οι μονόκεροι ήταν τόσο όμορφοι που σάστιζες από την ομορφιά τους. Είχαν μακρυά βελούδινη χαίτη, πολύχρωμη ουρά και το κέρατό τους ήταν χρυσό.
Είμαι η Μόλυ η μωβ κιμωλία, και αποφάσισα να σας πω την ιστορία μου. Τον λόγο, θα τον καταλάβετε στο τέλος.
Η ιστορία του Όλιβερ, ενός αδέσποτου σκύλου που θέλησε να ζήσει ελεύθερος.
Γειά σας παιδιά, μικρά και μεγάλα! Είμαι ο Γάιδαρος, έχω αποφασίσει να σας διηγηθώ την Ιστορία μου.
Έφτασε επιτέλους η στιγμή που περίμεναν μικροί και μεγάλοι! Όπου και να έπεφτε το βλέμμα σου έβλεπες στολισμένα μαγαζιά, δρόμους, φωτάκια, χριστουγεννιάτικα δέντρα, μουσικές και ένα πλήθος από Άγιους Βασίληδες.
Οι καλικάντζαροι, όπως όλοι πολύ καλά ξέρουμε, είναι εκείνα τα τρομακτικά και άσχημα πλάσματα που ζούνε κάτω από τη γη. Μόνη τους έγνοια όλο το χρόνο είναι να πριονίζουν το δέντρο που τη κρατάει. Χρόνια και χρόνια παλεύουν να το κόψουν όμως ποτέ δεν τα καταφέρνουν.
Άλλη μια μέρα ξημέρωσε στο Χωριό του Αϊ-Βασίλη. Όλοι οι κάτοικοι του χωριού εργάζονται πυρετωδώς για τη Μεγάλη Μέρα, τη Μέρα της Πρωτοχρονιάς.
Ο Φάμπι ήταν ένα σκυλάκι ζωηρό και παιχνιδιάρικο σαν αρκετά άλλα. Όμως η ιστορία του ήταν αυτή που τον έκανε να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα σκυλάκια της Κουταβοπολιτείας, όπου και γεννήθηκε.
Δημοφιλή παραμύθια
Μια φορά έναν καιρό σε ένα μακρινό χωριό, ζούσε μια πτωχή πολύτεκνη οικογένεια. Δούλευαν όλοι σκληρά για να ζήσουν, αλλά η ζωή στην εξοχή ήταν δύσκολη. Ήσαν άκληροι και αναγκάζονταν να ξενοδουλεύουν, όμως και οι άλλοι χωριανοί ήσαν το ίδιο πτωχοί και δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν καθώς το χωριό είχε άγονη και κακοτράχαλη γη. Παρ’ όλη την φτώχεια τους, ήσαν άνθρωποι καλοί Χριστιανοί και υπέμεναν με υπομονή τα πάνδεινα με την προσευχή στο στόμα τους και την καλοσύνη στην καρδιά τους. Ζούσαν ενάρετο βίο σύμφωνα με τις καταβολές του Χριστού, καταβολές τα οποίες δίδασκαν στα παιδιά τους, που τις άκουαν υπάκουα και με ευλάβεια.
Μια φορά και έναν καιρό, στην άκρη του φεγγαριού καθότανε μια μικρή νεράιδα. Κάθε βράδυ έβλεπε στη γη και τραγουδούσε όμορφα τραγούδια στα παιδιά. Ύπνο να έχουνε γλυκό. Καθώς τραγουδούσε το φεγγάρι κολυμπούσε πάνω από θάλασσες και άφηνε τα χρυσά του σχέδια πάνω στα νερά.
«Μπρρ! Μανούλα μου κρύο που κάνει!» μουρμούρισε τουρτουρίζοντας ένα ποντικάκι.
Μέρες τώρα τριγυρνούσε στους δρόμους της πόλης, ψάχνοντας να τρυπώσει κάπου για να ζεσταθεί.
«Τι μέρος είναι αυτό; Όλο μπετόν και άσφαλτο. Δε μπορούσε να έχει λίγο χωματάκι να σκάψω να χωθώ μέσα; Ή κανένα αχυρώνα να κουρνιάσω στο ζεστό χόρτο;»
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας άνθρωπος που είχε ένα γαϊδουράκι πολύ εργατικό, το οποίο για χρόνια ολόκληρα κουβαλούσε βαριά σακιά γεμάτα στάρι στο μύλο χωρίς να διαμαρτύρεται.
Εδώ θα βρείτε ένα παραμύθι για τον κορωνοϊό που ξεκίνησε να γράφεται αλλά... έμεινε στη μέση! Περιμένει από εσάς να το συνεχίσετε και να ολοκληρώσετε την ιστορία, με όποιον τρόπο θέλετε, επιστρατεύοντας τη φαντασία και την ευρηματικότητα σας! Για βοήθεια, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ένα από τα 31 βασικά στοιχεία ενός παραμυθιού, τα οποία θα βρείτε στο τέλος του κειμένου.
Σ’ ένα όμορφο κτήμα, δίπλα στη θάλασσα, ήταν φυτεμένες εδώ και πολλά χρόνια δυο ελιές, η Έλι και η Λία. Τις είχαν φυτέψει στην άκρη του κτήματος μακριά από το σπίτι κι από όλα τα υπόλοιπα δέντρα. Ακόμη κι ο δρόμος ήταν από την άλλη πλευρά. Ούτε έβλεπαν ούτε άκουγαν κανέναν εκεί που τις είχαν βάλει.
Μια φορά και έναν καιρό, ζούσε ένας βασιλιάς και μία βασίλισσα που επιθυμούσαν πάρα πολύ να αποκτήσουν ένα παιδί. Κάποια μέρα και αφού είχε περάσει πολύς καιρός, η βασίλισσα πήγε για μπάνιο στην λίμνη.
Μια φορά κι έναν καιρό, η Δυσκολούλα ήταν μια χαριτωμένη και γλυκύτατη πριγκίπισσα που είχε όμως ένα ελάττωμα. Ήταν το πιο αναποφάσιστο κορίτσι του κόσμου, Δυσκολευόταν πολύ να αποφασίσει τι ακριβώς προτιμάει, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρεί όχι μόνο τον εαυτό της, αλλά και όλους τους άλλους.
Έναν καιρό και μία φορά, κάπου στ΄ αστέρια εκεί κοντά, ζούσε ένα σύννεφο μικρό, που όλο καθόταν μοναχό.
Μία σουπιά πάει στο χταπόδι.
- Μπορείς να μου δανείσεις ένα πόδι σου για να μαγειρέψω;
- Όχι τα χρειάζομαι όλα, απαντά το χταπόδι και φεύγει κουνώντας και τα οχτώ πόδια του.
Την επόμενη μέρα, η σουπιά το ξαναπλησιάζει.
- Μπορείς να μου δανείσεις ένα πόδι σου για να παίξω ρακέτες;