Τα αόρατα ζουζούνια

Συγγραφέας παραμυθιού

Μια φορά και έναν καιρό ήταν τρία γουρουνάκια και ένας κακός λύκος. Ο κακός ο λύκος αφού είχε γκρεμίσει με δυο «φου» τα σπιτάκια από τα πρώτα δυο γουρουνάκια πήγε στο σπίτι που ήταν φτιαγμένο από τούβλα... Εκεί, το τρίτο γουρουνάκι έδωσε στον κακό λύκο ένα καλό μάθημα. Έβρασε νερό στο τζάκι και περίμενε. Ο κακός λύκος προσπάθησε να μπει μέσα στο σπιτάκι από την καμινάδα αλλά έπεσε μέσα στο καυτό νερό και κάηκε η ουρά του. Τρομαγμένος και φοβισμένος εξαφανίστηκε μέσα στο δάσος...  

Τα τρία γουρουνάκια χάρηκαν που κατάφεραν να διώξουν τον κακό λύκο. Τα δυο γουρουνάκια έφτιαξαν τα σπιτάκια τους ξανά, αυτή τη φορά με τούβλα, και ζούσαν όλα μαζί ξέγνοιαστα, χωρίς τον φόβο του λύκου.   

Όμως ο λύκος δεν είχε πει την τελευταία του κουβέντα...

Όταν η ουρά του έγινε καλά από το καυτό νερό αποφάσισε να εκδικηθεί τα τρία γουρουνάκια. Όμως ήξερε ότι αν γυρνούσε πίσω δεν θα μπορούσε να γκρεμίσει τα σπιτάκια πλέον.   

Μέρα και νύχτα γυρνούσε μόνος στο δάσος ψάχνοντας να βρει έναν τρόπο για να εκδικηθεί τα γουρουνάκια. Οι μέρες περνούσαν αλλά ο κακός ο λύκος δεν ήξερε τι να κάνει, μέχρι που εκεί που περπατούσε είδε στο βάθος ένα μεγάλο και σκοτεινό κάστρο στο οποίο έμενε ένας κακός μάγος, ο Δρακουμέλ.   

Ο κακός ο λύκος αποφάσισε να ζητήσει την βοήθεια του Δρακουμέλ. Χτύπησε την πόρτα και ξαφνικά η πόρτα άνοιξε από μόνη της, μαγικά.

- «Ποιος είσαι;» ακούστηκε μια φωνή.

- «Είμαι ο Ντάνι, ο κακός ο λύκος» είπε ο λύκος.

- «Πήγαινε στο σκοτεινό δωμάτιο και περίμενε» είπε ο Δρακουμέλ.   

Ο κακός ο λύκος πήγε στο σκοτεινό δωμάτιο και περίμενε. Ξαφνικά, μια σκιά εμφανίστηκε μπροστά του και πίσω από την σκιά εμφανίστηκε ο Δρακουμέλ.

- «Ξέρω για ποιον λόγο ήρθες» είπε ο Δρακουμέλ.

- «Πώς το γνωρίζεις;» είπε ο λύκος.

- «Είμαι μάγος και ξέρω τα πάντα»

- «Θα με βοηθήσεις λοιπόν να εκδικηθώ τα γουρουνάκια;» ρώτησε ο λύκος.

- «Ακολούθησε με» είπε ο Δρακουμέλ.

Ο Δρακουμέλ πήγε τον λύκο σε ένα άλλο δωμάτιο, στο οποίο υπήρχαν κάθε λογής μαγικά πράγματα. Πήρε ένα μπουκάλι με κόκκινο, ένα με πράσινο και ένα με μπλε υγρό. Έριξε τα τρία υγρά μέσα σε ένα μεγάλο βάζο και στη συνέχεια έριξε μερικές τρίχες από μαλλιά μονόφθαλμου γίγαντα και ένα φτερό νυχτερίδας. Ξαφνικά άρχισαν να βγαίνουν καπνοί και το μείγμα έγινε καφεπρασινο. Ο Δρακουμέλ πήρε ένα γυάλινο μπουκάλι, έριξε μέσα το μαγικό φίλτρο και το έδωσε στον κακό λύκο.   

- «Τι είναι αυτό;» ρώτησε με ενθουσιασμό αλλά και ένα περίεργο φόβο ο κακός λύκος.

- «Τα αόρατα ζουζούνια» είπε ο Δρακουμέλ.

- «Τα ποια;» είπε με απορία ο λύκος .

- «Θα πλησιάσεις τα τρία γουρουνάκια χωρίς να σε δουν και θα ρίξεις λίγο από το μαγικό φίλτρο που σου έδωσα έξω από τα σπιτάκια τους. Αόρατα ζουζούνια θα απελευθερωθούν στον αέρα τα οποία θα γαργαλούν συνεχώς τα γουρουνάκια , όπου κι αν πάνε. Η ζωή τους από εδώ και στο εξής θα είναι ένα μαρτύριο και εσύ θα πάρεις την εκδίκηση που τόσο πολύ θες».
   

Ο κακός λύκος ενθουσιάστηκε από το μαγικό φίλτρο που του έφτιαξε ο Δρακουμέλ. Τον ευχαρίστησε και έφυγε. Λίγο πριν φύγει όμως, ο Δρακουμέλ έδωσε στον κακό λύκο το αντίδοτο με την εντολή να το πιει για να μην τον γαργαλήσουν και τον ίδιο τα αόρατα ζουζούνια.

Το βράδυ της ίδιας ημέρας ο κακός ο λύκος έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο του. Πήγε κρυφά και , αφού ήπιε το αντίδοτο, έριξε το μαγικό φίλτρο έξω από τα τρία σπιτάκια. Χιλιάδες αόρατα ζουζούνια ξεχύθηκαν στον αέρα έτοιμα να γαργαλήσουν μέχρι τελικής πτώσης όποιον βρουν μπροστά τους. Ο κακός ο λύκος έφυγε, κρύφτηκε λίγο πιο πέρα, πίσω από ένα μεγάλο δέντρο, και περίμενε...   

Την άλλη μέρα, το πρωί, τα τρία γουρουνάκια ξύπνησαν. Πρώτη σηκώθηκε από το κρεβάτι η Πέππα. Σήκωσε τα στόρια και είδε να ξεχύνεται μέσα στο σπιτάκι ο φωτεινός ήλιος.

- «Τι ωραία μέρα!» αναφώνησε, «θα βγω έξω κατευθείαν να παίξω».

Έφαγε πρωινό, ντύθηκε, βούρτσισε τα δόντια της και άνοιξε όλο χαρά την εξώπορτα.

Με το που έκανε το πρώτο βήμα ένιωσε σε όλο της το σώμα ένα ανεξήγητο γαργαλητό. Έπεσε στο χώμα και άρχισε να γελάει. Σύντομα όμως το γέλιο έγινε κλάμα καθώς το γαργαλητό γινόταν όλο και πιο έντονο και ασταμάτητο. Τρομαγμένη η Πέππα έτρεξε να ζητήσει βοήθεια από τα αδέλφια της , τον Τζορτζ και τον Τζόνι.   

Σαν άκουσαν τις φωνές της αδερφής τους ο Τζορτζ και ο Τζόνι βγήκαν έξω από τα σπιτάκια τους για να την βοηθήσουν. Όμως με το που βγήκαν, τα αόρατα ζουζούνια μπήκαν μέσα από τα ρούχα τους και άρχισαν να τους γαργαλούν με μανία.   

Τα τρία γουρουνάκια τα είχαν χαμένα , επειδή ένιωθαν κάποιος να τα γαργαλά, όμως δεν έβλεπαν κανέναν. Τρομαγμένα έκλαιγαν όλα μαζί.   

Την ίδια ώρα ο κακός ο λύκος, ο οποίος ήταν κρυμμένος, έβλεπε τα γουρουνάκια να βασανίζονται από τα αόρατα ζουζούνια και γελούσε μέσα από τα μαύρα του μουστάκια...   

Μέσα στον πανικό που βρίσκονταν τα τρία γουρουνάκια, ο Τζόνι κατάφερε για μια στιγμή να βρει λίγη ψυχραιμία.   

- «Πάμε τρέχοντας στον Σοφό κύριο Γεράκι, είναι ο μόνος που μπορεί να μας πει τι συμβαίνει» είπε και με όση αντοχή είχαν , τα τρία γουρουνάκια, έτρεξαν προς το σπίτι του κυρίου Γεράκι.   

Εξαντλημένα, έφτασαν στο σπίτι του κυρίου Γεράκι και χτύπησαν την πόρτα. Ο κύριος Γεράκης με το που βγήκε έξω ένοιωσε και αυτός ένα ανεξήγητο γαργαλητό, το οποίο δεν σταματούσε. Κατάφερε όμως να μείνει ψύχραιμος. Μπήκε μέσα και έφερε ένα μαγικό σπρέι. Γρήγορα ψέκασε με το σπρέι τον εαυτό του αλλά και τα γουρουνάκια.   

Το γαργαλητό σταμάτησε και τα γουρουνάκια χάρηκαν πολύ. Όμως η χαρά τους δεν κράτησε πολύ, καθώς το γαργαλητό ξεκίνησε πάλι.   

- «Αυτά είναι πολύ ισχυρά μάγια» αναφώνησε ο σοφός κύριος Γεράκης ψεκάζοντας και πάλι με το σπρέι.   

- «Τι συμβαίνει κύριε Γεράκη;» ρώτησε τρομαγμένη η Πέππα.

- «Κάποιος σας έκανε ισχυρά μάγια. Αόρατα ζουζούνια σας γαργαλούν και θα συνεχίσουν να σας γαργαλούν για πάντα».

- «Αόρατα ζουζούνια;;;» είπαν με μια φωνή.

- «Ποιος έχει λόγο να σας κάνει τέτοια μάγια;» ρώτησε ο κύριος Γεράκης.

- «Ο κακός ο λύκος», αναφώνησαν όλα μαζί.   

- «Και τι θα κάνουμε τώρα;» ρώτησε η Πέππα.

- «Δεν γίνεται να βάζουμε συνέχεια το σπρέι».  

- «Όντως Πέππα,  το σπρέι όπως είδες δεν έχει μόνιμο αποτέλεσμα» είπε ο σοφός κύριος Γεράκης, «θα πρέπει να μπείτε σε καραντίνα».   

- «Τι είναι καραντίνα;» ρώτησαν με απορία τα γουρουνάκια.

- «Θα μείνετε μέσα στα σπιτάκια σας για έναν μήνα και δεν θα βγείτε καθόλου έξω», είπε ο σοφός κύριος Γεράκης, «και επίσης θα βάλετε το σπρέι λίγο πριν μπείτε στο σπίτι για να μην μπουν τα αόρατα ζουζούνια μέσα».   

- «Και τι θα καταφέρουμε αν κλειστούμε στα σπίτια μας;» ρώτησαν.

- «Τα μάγια τρέφονται από το κλάμα σας. Αν δεν βρουν τρόπο να σας γαργαλήσουν τα αόρατα ζουζούνια, ίσως και να φύγουν».   

Τα γουρουνάκια ευχαρίστησαν τον κύριο Γεράκι, πήραν ένα μπουκάλι με μαγικό σπρέι και γύρισαν πίσω.   

Αποφάσισαν να περάσουν τον ένα μήνα καραντίνας παρέα και συμφώνησαν να μείνουν στο σπίτι του Τζορτζ. Λίγο πριν μπουν στο σπίτι έριξαν πάνω τους το ειδικό σπρέι.   

Σύντομα άρχισαν να βαριούνται. Ήταν η πρώτη φορά που έμεναν μαζί μετά από πολλά χρόνια και τους ήταν πολύ δύσκολο να συμβιώσουν. Κοιτούσαν έξω τον ηλιόλουστο καιρό και ήθελαν να βγουν να παίξουν. Όμως έξω καραδοκούσαν τα αόρατα ζουζούνια...

Μετά από κάποιες μέρες όμως άρχισαν να περνούν πολύ όμορφα μέσα στο σπιτάκι τους. Άρχισαν να κάνουν πράγματα που δεν έκαναν πριν. Έπαιζαν επιτραπέζια, έβλεπαν ταινίες, διάβαζαν παραμύθια και γενικά περνούσαν όμορφα...   

Την 14η μέρα όμως η Πέππα ένιωσε μια θλίψη να την κατακλύζει από την συνεχόμενη παραμονή στο σπίτι.   

- «Πάμε έξω, έχουν περάσει τόσες μέρες, θα έχουν φύγει αυτά τα ζουζούνια σίγουρα, πάμε να παίξουμε», είπε η Πέππα.

- «Όχι Πέππα, κάνε υπομονή, ο κύριος Γεράκης είπε να περιμένουμε έναν μήνα», είπαν ο Τζορτζ και ο Τζόνι.

- «Εγώ θα βγω», είπε η Πέππα και άνοιξε την εξώπορτα.

Αμέσως, τα αόρατα ζουζούνια έπεσαν πάνω της και άρχισαν να την γαργαλούν με μανία. Η Πέππα έκλαιγε και ζητούσε βοήθεια. Στη συνέχεια ο Τζόνι άνοιξε την πόρτα και με όσο υγρό είχε μείνει από το σπρέι του κυρίου Γεράκι απελευθέρωσε την Πέππα από τα αόρατα ζουζούνια.   

- «Τι έκανες Πέππα, τι έκανες;» της είπε ο Τζορτζ. «Τώρα πρέπει να μείνουμε όχι 15 μέρες ακόμη αλλά έναν μήνα σε καραντίνα, επειδή σε γαργάλησαν και πήραν δύναμη».   

Η Πέππα ζήτησε συγγνώμη για την συμπεριφορά της και μετάνιωσε πολύ..   

Τις υπόλοιπες μέρες τα τρία γουρουνάκια περνούσαν όμορφα τον χρόνο τους κλεισμένα μέσα στο σπίτι, μέχρι που μετά από πάρα πολλές μέρες ήρθε το τέλος της καραντίνας!   

Τα τρία γουρουνάκια κοιτάχτηκαν και με δισταγμό άνοιξαν σιγά σιγά την εξώπορτα. Με έκπληξη διαπίστωσαν ότι δεν ένιωσαν κανένα γαργαλητό πάνω τους..   

- «Γιούπι, γιούπι έφυγαν τα αόρατα ζουζούνια», φώναξαν με ενθουσιασμό. «Πάμε να ευχαριστήσουμε τον σοφό κύριο Γεράκι».

Μετά από λίγη ώρα έφτασαν στο σπίτι του κυρίου Γεράκι και τον ευχαρίστησαν για την σοφή συμβουλή του να μπουν σε καραντίνα.   

- «Κύριε Γεράκι να κάνω μια ερώτηση», είπε η Πέππα   

- «Πες μου Πέππα», είπε ο κύριος Γεράκης.

- «Πώς εξαφανίστηκαν αυτά τα αόρατα ζουζούνια;»   

- «Είναι απλό Πέππα», είπε ο Κύριος Γεράκης. «Τα μάγια , ακόμη και τα πιο ισχυρά, διατηρούνται μόνο όταν βρουν άτομα για να δράσουν. Αν δεν βρουν, αντέχουν έναν μήνα και μετά φεύγουν. Τα αόρατα ζουζούνια ήταν έτοιμα να σας γαργαλήσουν και περίμεναν την στιγμή που κάποιος από εσάς θα έκανε το λάθος να ανοίξει την εξώπορτα». (Η Πέππα κατέβασε από ντροπή την μουσούδα τής!) «Εσείς αντέξατε την καραντίνα και αναγκάσατε τα αόρατα ζουζούνια να φύγουν για πάντα. Μπράβο σας!»   

Τα τρία γουρουνάκια ευχαρίστησαν και πάλι τον σοφό κύριο Γεράκι και γύρισαν χαρούμενα στα σπιτάκια τους, χωρίς να φοβούνται μήπως τα γαργαλήσουν τα αόρατα ζουζούνια.

Ο λύκος είδε τα γουρουνάκια να περπατούν ανέμελα και νευρίασε πολύ που για ακόμη μια φορά τα γουρουνάκια τον νίκησαν! Γύρισε πίσω στην φωλιά του και άρχισε ξανά να σκαρφίζεται ιδέες για να τα εκδικηθεί..   

Τα τρία γουρουνάκια έζησαν καλά και εμείς καλύτερα...

Λιγα λόγια για τον συγγραφέα

Ποιος ειναι ο Φώτης Λουκάς;

"Είμαι ενας μάχιμος Αστυνομικός που ασχολείται με την ασφάλεια των πολιτών. Όλα αυτά όμως έξω από το σπίτι, γιατί όταν επιστρέφω στο σπίτι γίνομαι ένας κλασικός χαζομπαμπάς που βγάζει παραμύθια για την όμορφη κόρη του."

Διαβάστε κι άλλες ιστορίες του ίδιου συγγραφέα

Πληροφορίες
Κατηγορία παραμυθιού
Ετος πρώτης δημοσίευσης
Προέλευση (περιοχή)
Δώσε αστέρια
Average: 4.6 (262 ψήφοι)