Ελλάδα

Μια φορά κι έναν καιρό, σ' έναν μακρινό πλανήτη που τον έλεγαν Κακάτσα, υπήρχε μια όμορφη χώρα, η Κακατσοχώρα. Οι κάτοικοι της ζούσαν ελεύθερα και ο μοναδικός κανόνας ήταν απλός: όλοι έπρεπε να είναι ο εαυτός τους. Αυτόν

Πριν λίγα χρόνια, σε μια λίμνη, πολύ μακριά από τη δική μας χώρα, σε ένα μέρος εξωτικό και παραδεισένιο, ζούσε η Λίνα. Όχι οποιαδήποτε Λίνα. Η γνωστή σε όλους, Λίνα Κροκοδειλίνα!

Μια φορά και έναν καιρό, στα μονοπάτια όπου το πραγματικό περιπλέκεται με το φανταστικό, σ’ ένα νησί μακρινό, ούτε στο μέλλον μα ούτε και στο παρόν, ζούσαν δύο κυρίες.

Ένας βασιλιάς από την Κύθνο ερωτεύεται μια πανέμορφη, ψευδή κοπέλα και την παντρεύεται. Η κοπέλα δε μιλά ποτέ, για να μην ντροπιαστεί. Ομως ο άντρας της το βάζει σκοπό να την κάνει να σπάσει τη σιωπή της...

Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα καταπράσινο δάσος με πυκνή βλάστηση και πολλά ζωάκια, ζούσε η Έλλη, η μικρή κοκκινωπή αλεπού που έτρεχε όλη μέρα και κρυβόταν στα χορτάρια, ψάχνοντας έναν καλό φίλο για να παίξει.

Μια φορά και έναν καιρό σε ένα μέρος πολύ μακρυά από εδώ ήταν μια νέα και πολύ όμορφη κοπέλα, αλλά ήταν ψευδή και ντρεπόταν πολύ για αυτό και δεν μίλαγε όταν έβγαινε έξω.

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα κοριτσάκι που το έλεγαν Ειρήνη. Η Ειρήνη ήξερε να ζωγραφίζει πολύ καλά. Μια ημέρα έκανε σε ένα πολύ μεγάλο χαρτί μια ζωντανή ζωγραφιά!

Στο χάος της μεγάλης πόλης, με τους πολλούς ανθρώπους που όλη μέρα τρέχουν και τα πολλά κτίρια, υπήρχε ένα κτίριο σε μια γωνιά, που ήταν από τα πρώτα που είχαν κτιστεί στην πόλη αυτή, και την είχε δει να φτιάχνεται σιγά σιγά μέχρι που γέμισε ολόκληρη.

Αυτήν την φορά ήξερε τι να περιμένει ο Μπούλης ο ιπποκαμπούλης. Ήξερε ότι η κοιλιά του δεν μεγάλωσε τόσο πολύ από τα φύκια που με τόση όρεξη καταβρόχθιζε…

Ανάμεσα από τους δύο ισχυρότερους καταρράκτες που αποτελούν τα σύνορα μιας πόλης υπάρχει ένα ξεχωριστό χωριό. Είναι περιτριγυρισμένο από καρποφόρα δέντρα, ενώ η παρουσία του έντονου πράσινου καθώς και η παλιά αρχιτεκτονική των κτιρίων σε μεταφέρουν σε μία άλλη εποχή.

Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα όμορφο και καταπράσινο κήπο, ζούσε η μικρή Φραουλίτσα. Η Φραουλίτσα μεγάλωσε σε μια οικογένεια γεμάτη αγάπη και φροντίδα.

Μια φορά και έναν καιρό σε ένα χωριό, στους πρόποδες ενός ψηλού βουνού, ζούσε η Ρεγγίνα, ένα μικρό κοριτσάκι με κατάξανθα μπουκλάκια.

Μέσα σ’ ένα καταπράσινο δάσος, στη ρίζα ενός μεγάλου πλάτανου, ήταν ξαπλωμένος ο κύριος Λαγός. Μασούλαγε ευτυχισμένος το καρότο του, όταν ξαφνικά δίπλα του, ακούστηκε ένας βαθύς αναστεναγμός. Πετάχτηκε επάνω και είδε τον φίλο του τον κύριο Σαλιγκάρη να αναστενάζει και να κοιτάζει τον ουρανό.

Το βράδυ που ξαπλώνω
στο μαγικό μου μαξιλάρι
ωραίες σκέψεις κάνω
μέχρι ο ύπνος να με πάρει.
Κι αν ένα όνειρο
ξάφνου με τρομάξει
μεριά στο μαξιλάρι αλλάζω
και το όνειρο κι αυτό θα αλλάξει.

Μια φορά και έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα, ζούσε ένας μικρός πρίγκιπας. Ο πρίγκιπας αυτός ήταν πολύ ανήσυχος και δεν μπορούσε να κοιμηθεί τη νύχτα. Έτσι, ο βασιλιάς, ο πατέρας του, αποφάσισε να του δώσει ένα πολύτιμο δώρο για τα γενέθλιά του. Το δώρο αυτό ήταν ένας μικρός σκύλος, τον οποίο ο πρίγκιπας αγάπησε πολύ.

Μια φορά κι έναν καιρό, πιο μακριά και από τα πιο μακρινά, άγρια και καταπράσινα δάση, υπήρχε ένα πελώριο βασίλειο, γεμάτο με κάθε λογής πολύχρωμα φρούτα και λαχανικά το οποίο ονομαζόταν Κηπούπολη.

Αγαπημένε μου Άι Βασίλη, φέτος τα Χριστούγεννα δε θέλω να μου φέρεις δώρο. Θέλω όμως, σε παρακαλώ πολύ - πολύ – πολυυύ, να μου κάνεις μια χάρη. Θέλω να πας ένα γράμμα στη μαμά μου που ζει στον ουρανό.

Έφτανε βράδυ σιγά-σιγά και ο Άι Βασίλης δεν είχε ακόμα σταματήσει να δουλεύει. Άλλωστε, πώς να το κάνει, από τη στιγμή που ξέρει, καλύτερα από τον καθένα, πως όλα τα παιδιά του κόσμου περιμένουν με αγωνία το δώρο του, όπως κάθε χρόνο.

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε μια νεράιδα που ήταν συνεχώς λυπημένη. Τίποτα δεν της άλλαζε τη διάθεση. Ούτε την έκανε να γελά… Ούτε καν τα Χριστούγεννα ή την πρωτοχρονιά. Άκουγε τα γέλια του Άι Βασίλη που περνούσε με το έλκηθρο πάνω από το παλάτι της κάθε παραμονή Χριστουγέννων και αναρωτιόταν