Μια φορά και ένα καιρό ήτανε ένα πολύ όμορφο και γλυκό κοριτσάκι που το λέγανε Βάνα. Είχε και ένα μικρό πουλάρι, τη Λίζα. Περνούσε ατέλειωτες ώρες μαζί της η Βάνα και η Λίζα την αγαπούσε πολύ.
Μία μέρα, η Βάνα ήτανε στο κήπο της και συνάντησε μία φίλη της την Αννούλα. Η Αννούλα τη ρώτησε:
- Τι κάνεις εδώ;
- Μαζεύω κάτι λουλούδια για να τα πάω στη μητέρα μου, της είπε.
- Που μένει η μητέρα σου, ρωτάει η Αννούλα τη Βανα.
- Λίγο πιο πάνω από εδώ κοντά στον κήπο μου. Το θυμάσαι και το πουλάρι μου τη Λίζα; Είπε η Βάνα.
- Ναι! Ναι! Είπε η Αννούλα.
- Περίμενε να τη φωνάξω. Λίζα; Λίζα; Έλα να σου γνωρίσω μία φίλη μου, θα τη θυμάσαι.
Και η Βάνα καθώς πήγε στο μεταξένιο κρεβατάκι της Λίζας δεν τη βρήκε.
- Λίζα! Φώναζε δυνατά η Βάνα μα η Λίζα τίποτα.
Τότε βγαίνει έξω και λέει στην Αννούλα να τρέξουν γρήγορα να πάνε να τη βρουν.
Από λιβάδι σε λιβάδι, τρέχανε και η καημένη η Βάνα έκλαιγε.
- Που να πήγε αφού εχθές το βράδυ την είχα αγκαλιά μου. Τι θα κάνω τώρα;
Κάποια στιγμή ακούει η Βάνα μία δυνατή φωνή. Η Αννούλα λέει:
- Μήπως είναι η Λίζα;
Όντως είναι! Η Λίζα έτρεξε στην αγκαλιά της Βάνας και υποσχέθηκε να μην ξανά φύγει χωρίς την άδεια της Μικρής Βάνας. Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.
Κείμενο: Άννα Μελίδου
Εικόνες: www.paidika-paramythia.gr