Ανέγγιχτη Αγάπη

Συγγραφέας παραμυθιού

- Δεν αντέχω άλλο Μηνά! Πονάνε τα πόδια μου.

- Έλα, μην τα παρατάς Ελένη. Φτάνουμε. Να, δώσε μου το χέρι σου.

Καθώς τα δάχτυλά τους μπλέχτηκαν μεταξύ τους και τα δυο τους χέρια έγιναν ένα, τα πόδια τους δυνάμωσαν και οι καρδιές τους άρχισαν να χτυπούν γρηγορότερα. Στο άλλο χέρι το τσίγκινο τενεκεδάκι, έτοιμο να γεμίσει με μια κουτάλα σούπας ξεροφάσουλα. Πιο πίσω οι μανάδες τους.

Μήνες τώρα η ίδια διαδρομή για μια στάλα φαγητό. Τα εφηβικά κορμιά τους τόσο λεπτά και αδύναμα θαρρείς και σαν φυσήξει θα τα πάρει ο αέρας. Μαζί τους κι άλλοι πολλοί. Κυρίως γυναίκες και παιδιά. Άνθρωποι με σκυμμένες πλάτες, αφανισμένοι από την πείνα, με βλέμμα άτονο. Μόνο τα βλέμματα αυτών των δυο παιδιών σαν συναντιόνταν ζωήρευαν τόσο, που ο χειμώνας γινόταν άνοιξη γύρω τους και χόρταιναν αγάπη. Αυτή η αγάπη τους έκανε αχώριστους χρόνια τώρα, καθώς μεγάλωναν στην ίδια γειτονιά.

Η διαδρομή μέχρι την εκκλησία που πρόσφερε το συσσίτιο φαινόταν ατελείωτη. Μια γυναίκα έπεσε κάτω από την εξάντληση. Θα 'ταν δε θα 'ταν σαράντα χρονών. Τα χαρακτηριστικά της αλλοιωμένα από την πείνα. Κανένας δεν είχε δύναμη να τη βοηθήσει. Η Ελένη έβαλε τα κλάματα. Ο Μηνάς άπλωσε τα χέρια του να την αγκαλιάσει και ήταν σαν ν' απλώθηκαν δυο φτερούγες γύρω της.

- Φοβάμαι Μηνά, είπε εκείνη με αναφιλητά. Αν μας χωρίσει ο πόλεμος;

- Τι είναι αυτά που λες; Τίποτα δεν πρόκειται να μας χωρίσει. Τ΄ ακούς; Τίποτα. Τα μάτια του πετούσαν σπίθες.

- Άντε, πάμε τώρα γιατί από την πολλή πείνα δεν ξέρεις τι λες μου φαίνεται, της είπε χαμογελώντας. Ίσιωσε το γιακά στο κουρελιασμένο πανωφόρι της και σφίγγοντας της το χέρι ακόμη πιο πολύ συνέχισαν να περπατούν.

Από 'κείνη τη στιγμή η Ελένη ξυπνούσε και κοιμόταν με τα λόγια του Μηνά: «Τίποτα δε θα μας χωρίσει. Τίποτα». Και ένιωθε τόσο δυνατή σαν να μην υπήρχε ίχνος πολέμου γύρω της.

ΤΕΛΟΣ

Κείμενο: Τζένη Μαλανδρένη

Εικονογράφηση: www.paidika-paramythia.gr

Πληροφορίες
Κατηγορία παραμυθιού
Ετος πρώτης δημοσίευσης
Προέλευση (περιοχή)
Δώσε αστέρια
Average: 4.3 (53 ψήφοι)