Το σκυλάκι μας ο Φάμπι

Συγγραφέας παραμυθιού

Ο Φάμπι ήταν ένα σκυλάκι ζωηρό και παιχνιδιάρικο σαν αρκετά άλλα. Όμως η ιστορία του ήταν αυτή που τον έκανε να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα σκυλάκια της Κουταβοπολιτείας, όπου και γεννήθηκε.

Όλα ξεκίνησαν όταν η γλυκιά του μανούλα αναγκάστηκε να τον αποχωριστεί από πολύ νωρίς, όταν ήταν ακόμα ένα μικρούλη, τοσοδούλι κουταβάκι. Βέβαια, για να λέμε την αλήθεια, ο Φάμπι περνούσε πολύ ωραία στο νέο του σπίτι. Ατελείωτες ώρες παιχνίδια με την μπάλα, λαχταριστά φαγητά, λούτρινα ζωάκια, το δικό του κρεβατάκι, ρουχαλάκια, κουβερτούλες, χαδάκια, μπανάκι… Εντάξει το μπανάκι ίσως να μην του άρεσε και τόσο πολύ… Και φυσικά μια υπέροχη οικογένεια, με έναν παππού και μια γιαγιά, που τον λάτρευαν.

Ώσπου, καθώς πέρασαν τα χρόνια η γλυκύτατη γιαγιά και ο καλοσυνάτος παππούλης, που τον είχαν μεγαλώσει, έφυγαν… Και τότε ξεκίνησαν τα προβλήματά του… Γιατί ο καημένος μας ο Φάμπι έμεινε χωρίς κανέναν άλλον στον κόσμο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς μετακόμισαν νέα πρόσωπα που δυστυχώς δεν είχαν καμία αγάπη για τα σκυλιά. Και φυσικά δεν είχαν καμία σταλιά αγάπης ούτε για τον δύσμοιρο τον Φάμπι. Η μεν κυρία του σπιτιού όλο έτρεχε ξωπίσω του με μια σκούπα και του τη βάραγε ΜΠΑΜ στο κεφάλι και ο δε κύριος του σπιτιού συνέχεια φτερνιζόταν και μουρμουρούσε πως είχε αλλεργία στο τρίχωμα των σκύλων! ΑΨΙΟΥ!

Κι έτσι ο καημένος μας ο σκυλάκος, μεγάλος πια σε ηλικία και αβοήθητος, κατέληξε να τριγυρνά αδέσποτος και νηστικός στους δρόμους της πόλης για ώρες και μέρες, χωρίς να έχει πού να πάει. Αυτό το ταξίδι στο άγνωστο του έφερνε πολλή στεναχώρια και ένα βράδυ με δυνατή βροχή, κουρασμένος και κατάκοπος καθώς ήταν, ξάπλωσε στην άκρη του πεζοδρομίου μέχρι που τον πήρε τελικά ο ύπνος.

Τότε ήταν που ονειρεύτηκε την αγαπημένη του οικογένεια, τη γιαγιά και τον παππού! Τον πήραν αγκαλιά και του φίλησαν γλυκά τη μουρίτσα, όπως έκαναν πάντα και μετά του ετοίμασαν λιχουδιές και τον πήγαν για βόλτα στο πάρκο. Μα ξαφνικά… Ένα δυνατό κορνάρισμα τον έφερε πίσω στην πραγματικότητα! Τότε ήταν που άρχισε να τρέχει φοβισμένος και πανικοβλημένος, μέχρι που ΧΡΑΠ! 2 χέρια ένιωσε να τον αρπάζουν!

"Ήρθε το τέλος! Έχε γεια κόσμε!", σκέφτηκε και έκλεισε σφιχτά τα 2 γερασμένα του ματάκια που δεν έβλεπαν πια το ίδιο καλά όπως άλλοτε…

Κι όπως είχε κλειστά τα μάτια του… Ένιωσε ένα χάδι στο πρόσωπό του… Ένα χάιδεμα από παιδικά, μικρούλικα δαχτυλάκια. Ακόμα σε κατάσταση τρόμου άνοιξε λίγο κλεφτά το ένα του μάτι και κρυφοκοίταξε ενώ ένιωθε πως η καρδιά του θα έφευγε από το στήθος του έτσι γρήγορα που πηγαινοερχόταν… Ένα γλυκύτατο κοριτσάκι με αγγελική μορφή καθόταν δίπλα του σε ένα αμάξι. Πού όμως τον πήγαινε; Οι σκέψεις περνούσαν ασταμάτητα από το μυαλό του…

Το αυτοκίνητο σταμάτησε… Η καρδούλα του χτυπούσε τώρα πιο δυνατά από ποτέ άλλοτε.

- "Καλωσόρισες στη νέα σου οικογένεια φίλε μου!", άκουσε έναν κύριο να του λέει χαμογελαστός κατεβαίνοντας από το αμάξι και καθώς τον οδηγούσε σε ένα μικρό αλλά όμορφο σπιτάκι με κήπο.

- "Θέλεις να παίξουμε μπάλα;" του πρότεινε τότε το κοριτσάκι με το αγγελικό πρόσωπο όλο ενθουσιασμό.

- "Πρώτα να φάτε όλο το φαΐ σας! Και μετά παιχνίδι!", είπε με γλυκύτητα στη φωνή μια όμορφη κυρία και του έβαλε μπροστά του ένα πιατάκι με μοσχομυριστό φαγητό και λίγο νερό.

Τότε πετάχτηκε πάλι ο κύριος Χαμογελαστός, όπως τον είχε ήδη ονομάσει ο φίλος μας ο Φάμπι.

- "Μα… δε σκεφτήκαμε το πιο σημαντικό! Εγώ είμαι ο Μπαμπάς, η όμορφη κυρία από δω είναι η Μαμά και το πανέμορφο αυτό κοριτσάκι που σε έσωσε είναι το Μελινάκι! Πώς θες να σε φωνάζουμε εσένα όμως; Ποιο να είναι άραγε το όνομά σου; " αναρωτήθηκε και έξυσε το κεφάλι σκεφτικός.

Άρχισαν τότε να λένε ότι όνομα τους κατέβαινε στο μυαλό, με αλφαβητική σειρά και γράμμα προς γράμμα. Και τι όνομα δεν είπαν… Αζόρ, Βλαδίμηρος, Γουλφ… Μαξ, Σπάρκι… Κι άλλα πολλά, πάρα πολλά για την ακρίβεια…Μέχρι που έφτασαν στο γράμμα Φ. "Φα… Φα…"

- "Γαβ… Γαβ…", έκανε ο φίλος μας ο Φάμπι!

- "Φαμπιάνο; "ρώτησε η Μαμά. Τότε ο Φάμπι άρχισε να κουνάει την ουρά του όλο χαρά, να στριφογυρνάει και να τρέχει πέρα δώθε σαν τρελός! Έτσι τον φώναζε η γιαγιά. "Φαμπιάνο mi amor!", του έλεγε τραγουδιστά, που σήμαινε αγάπη μου…

Και κάπως έτσι, ο Φαμπιάνο της ιστορίας μας, έζησε το υπόλοιπο της ζωής του με τη νέα του οικογένεια, η οποία τον αγάπησε αληθινά και μέχρι το τέλος, στα βαθιά του γεράματα, τον φρόντιζε όπως ακριβώς του άξιζε. Όπως θα άξιζε να φροντίζουν και να αγαπούν όχι μόνο τον Φάμπι της ιστορίας μας, αλλά και κάθε σκυλάκι στην Κουταβοπολιτεία και σε κάθε πολιτεία ή πόλη ή χωριό του υπέροχου πλανήτη μας…

ΤΕΛΟΣ

Κείμενο: Nicole
Εικόνες: www.paidika-paramythia.gr

Πληροφορίες
Κατηγορία παραμυθιού
Ετος πρώτης δημοσίευσης
Προέλευση (περιοχή)
Δώσε αστέρια
Average: 4.6 (37 ψήφοι)