Αφιερωμένο στη μαθήτριά μου που αγαπά την άμμο
Η Αλισιάνα, ήταν πάρα πολύ χαρούμενη, πήγε ήταν επιτέλους διακοπές… Ύστερα από έναν πολύ δύσκολο και χειμώνα, με βαρετά και δύσκολα μαθήματα…Τώρα, θα ήταν μόνο αυτή και η θάλασσα, χωρίς έγνοια καμιά στο κεφάλι της.
Αυτό που περίμενε περισσότερο από όλα μέσα στη χρονιά όμως, ήταν τα κάστρα και τα παλάτια που θα έφτιαχνε στην άμμο. Φαντάζονταν θεόρατους πύργους, με δράκους, βασίλισσες, νεράιδες και μάγισσες, πύργους για κάθε ήρωα των παραμυθιών που είχε διαβάσει μέσα στη χρονιά… Και τώρα είχε φτάσει η στιγμή, που θα μπορούσε να σχηματίσει ό,τι φαντάστηκε!
Την πρώτη της μέρα στην παραλία, αφού κολύμπησε και χάρηκε το νερό με την ψυχή της, βγήκε και έφτιαξε ένα μικρό καστράκι. Στο καστράκι αυτό, φαντάστηκε πως θα ζούσε αιχμαλωτισμένη μία πριγκίπισσα, μέχρι να έρθει κάποιος πρίγκιπας να την ελευθερώσει. Και καθώς έπλαθε με το μυαλό της την ιστορία της πριγκίπισσας και με τα χέρια της το κάστρο, τσουυυυπ, ένα κύμα έρχεται πάνω στην άμμο και της το ρίχνει κάτω.
Η Αλισιάνα γύρισε σπίτι της στεναχωρημένη, αλλά αποφασισμένη να μην τα παρατήσει.
Την επόμενη μέρα, πηγαίνει πιο πάνω, μακριά από τα κύματα. Εκεί, ετοιμάζει το σπίτι μίας κακιάς μάγισσας, μέσα στο οποίο, θα έφτιαχνε φίλτρα για να μεταμορφώσει μία πριγκίπισσα σε κοράκι. Καθώς όμως σκεφτόταν τη συνέχεια της ιστορίας της, τσουπ, ένα πόδι ενός περαστικού, περνά πάνω από το σπίτι της μάγισσας και το πατά.
Η Αλισιάνα γύρισε σπίτι της στεναχωρημένη, αλλά αποφάσισε την επόμενη φορά να είναι πιο προσεκτική και να μην αφαιρείται στις ιστορίες του μυαλού της την ώρα που φτιάχνει τα κάστρα της. Την επόμενη μέρα, δεν μπήκε στη θάλασσα, αποφάσισε να αφιερωθεί μόνο στο παλάτι ου ήθελε να φτιάξει. Θα ήταν πολύ μεγάλο παλάτι, και μέσα θα στήνονταν χορός με πάρα πολλούς καλεσμένους. Πήρε και έφτιαξε το τεράστιο παλάτι της, και μέσα έβαζε λουλουδάκια και χορταράκια για να κάνουν τους ανθρώπους που χορεύουν. Μόλις το τελείωσε, σταμάτησε χαρούμενη να το κοιτάξει, όμως… Τσουυυπ, μία μπάλα έπεσε πάνω του και το έριξε όλο κάτω.
Αυτή τη φορά, η στεναχώρια της ήταν μεγαλύτερη από όλες τις υπόλοιπες μέρες. Γύρισε σπίτι της λυπημένη. Μα γιατί να μη μένουν αυτά τα όμορφα χτίσματα για πάντα; Σκέφτονταν. Θα είχα ένα παλάτι για κάθε ιστορία μου, για κάθε βασίλισσα του μυαλού μου…
Τις επόμενες μέρες, δεν έφτιαξε τίποτα στην άμμο. Απλά την κοιτούσε. Την παρατηρούσε έτσι όπως ήταν ίσια, χρυσαφένια, όλη ίδια μα τόσο όμορφη, τόσο ζεστή που σε κάνει να θες να κάτσεις πάνω της και να μη σηκώνεσαι…
Έκατσε ώρες ξαπλωμένη, και όταν σηκώθηκε για να πάει σπίτι της, είδε το βαθούλωμα που είχε δημιουργήσει το σώμα της…
Και τότε βρήκε την απάντηση που τόσο έψαχνε… Δε μένει τίποτα στην άμμο γιατί ανήκει το ίδιο σε όλους τους ανθρώπους… Αν έμεναν τα κάστρα, τα φρούρια που κατασκευάζουν, τα παιδιά, οι ομπρέλες και οι θέσεις που στήνουν οι μεγάλοι, θα υπήρχαν ιδιοκτήτες, θα ανήκε σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Οι πλούσιοι θα έπιαναν την καλύτερη άμμο, τα παιδιά τους θα έφτιαχναν τα μεγαλύτερα παλάτια. Οι λιγότερο πλούσιοι, θα έπαιρναν την πιο βρώμικη άμμο, αυτή με τα σκουπίδια και τα αγκαθάκια. Κάποιοι δε θα έπαιρναν καθόλου άμμο γιατί θα την προλάβαιναν άλλοι.
Αυτή ήταν η μαγεία της άμμου. Ό,τι φτιάχνεται, γκρεμίζεται στη στιγμή και επανέρχεται στην αρχική της κατάσταση, για να έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια πρόσβαση σ'αυτήν.
Και με τη σκέψη αυτή στο μυαλό, η Αλισιάνα την επόμενη κιόλας μέρα, έφτιαχνε κάστρα και τα γκρέμιζε μόνη της μετά. Κρατούσε μόνο στο μυαλό της την ιστορία του κάθε κάστρου.
Στο τέλος του καλοκαιριού, είχε φτιάξει και είχε γκρεμίσει τόσα κάστρα, και είχε γράψει τόσες πολλές ιστορίες στο τετράδιό της, εκεί όπου τίποτα δεν γκρεμίζεται και τα κάστρα βασιλεύουν για πάντα τα πλάσματα της φαντασίας της.
Κείμενο: Άννα Πατσώνη
Σχολιο
Πολυ ωραια ιστορία
Μαγικό
Παραμύθι αμμος