Παραμύθια που διαβάζουμε σήμερα
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένα πολύ φτωχό αγόρι που το έλεγαν Πετράκι. Όταν μεγάλωνε θα ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής γιατί: και του άρεσε, και ήταν πολύ καλός σε αυτό. Μάλιστα στον ελεύθερό του χρόνο έπαιζε ποδόσφαιρο με τις φίλες και τους φίλους του, σε έναν μεγάλο, πλατύ δρόμο.
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε μια βασίλισσα και ένας βασιλιάς. Αυτοί είχαν μια κορούλα, την Άρτεμη. Μετά από πολύ καιρό, η βασίλισσα και ο βασιλιάς γέρασαν, και άφησαν την κόρη τους βασίλισσα στο παλάτι. Αυτοί πήγαν σε ένα εξοχικό, και έζησαν εκεί για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.
Σ’ ένα ολόλευκο σοκάκι της Αμοργού, ο κύριος Ζήσης έδινε κάθε βράδυ χαρά σ’ όλους τους περαστικούς και, κυρίως, στα παιδιά. Μπροστά απ’ τα ασβεστωμένα σπίτια με τα μπλε και πράσινα παράθυρα και τις αυλές με τις φούξια μπουκαμβίλιες, έστηνε το μικρό του "μαγαζάκι"!
- ”Μαμά μαμά τι δώρο θα μου φέρει φέτος ο Άγιος Βασίλης;” ρώτησε η Μαρία επίμονα.
- “Φέτος αγάπη μου εξαιτίας της πανδημίας ο Άι Βασίλης δεν θα καταφέρει να στείλει τα δώρα του στα παιδάκια”.
- “Δηλαδή κανένας δεν θα πάρει δώρο φέτος”; ρώτησε θλιμμένη.
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε, ένα φτωχό, μα καλό κι αγαπημένο αντρόγυνο. Είχαν ένα ξύλινο σπιτάκι κοντά στο μεγάλο δάσος, κι επειδή ήταν πολύ φτωχοί, ο άντρας πήγαινε κι έκοβε ξύλα κι η γυναίκα του έπλεκε κάλτσες, τα πουλούσαν και ζούσαν φτωχικά, μα πάντα αγαπημένα.
Μια φορά παλιά έναν καιρό ήταν ένα παλικάρι που αποφάσισε να παντρευτεί και να νοικοκυρευτεί. Κάθισε με τη μάνα του λοιπόν, και σκέφτηκαν όλες τις κοπέλες του χωριού και των περιχώρων, για να βρουν ποια από όλες άρμοζε στον κανακάρη.
Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα απομακρυσμένο χωριό ζούσε μια καλοσυνάτη γυναίκα, η γιαγιά Διδώ. Είχε άσπρα μαλλιά, μεγάλα μάτια και ένα γλυκό χαμόγελο που ζέσταινε μονομιάς τις καρδιές των ανθρώπων.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα, που δεν είχαν παιδιά. Όλα τ’ αγαθά τα είχαν και μόνο παιδιά δεν είχαν. Η πίκρα τους γι’ αυτό ήταν μεγάλη. Έλεγαν:
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένας άνθρωπος που είχε ένα γαϊδουράκι πολύ εργατικό, το οποίο για χρόνια ολόκληρα κουβαλούσε βαριά σακιά γεμάτα στάρι στο μύλο χωρίς να διαμαρτύρεται.
Ένα ποντικάκι μία φορά προσπαθούσε να ξεφύγει από τα νύχια μίας γάτας η οποία το κυνηγούσε για ώρα και κρύφτηκε μέσα στην τρύπα ενός τοίχου. Η γάτα άρχισε τότε να σκαρφίζεται διάφορους τρόπους για να το βγάλει έξω.