Ο μοβ μονόκερος

Συγγραφέας παραμυθιού

Μια φορά κι έναν καιρό, μακριά πολύ μακριά, υπήρχε μια μαγική χώρα. Για να φτάσεις εκεί έπρεπε να περάσεις θάλασσες, βουνά, λίμνες και ποτάμια. Εκεί, λοιπόν, δε ζούσαν άνθρωποι, παρά μόνο μονόκεροι. Ένα ανοιξιάτικο πρωινό χαρές μεγάλες είχαν στο παλάτι. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα των μονόκερων είχαν αποκτήσει το πρώτο τους παιδί. Η μικρή πριγκίπισσα ήταν πολύ όμορφη. Άσπρη, κάτασπρη με μακριά χαίτη και ουρά σε χρώμα ροζ. Την ονόμασαν πριγκίπισσα Ροζένια.

Την ίδια μέρα, σε ένα άλλο σπιτάκι, γεννήθηκε ένα άλλο μωρό-μονόκερος, ένα αγοράκι. Μόνο που αυτός ο μονόκερος δεν έμοιαζε με κανέναν άλλο. Οι περισσότεροι μονόκεροι ήταν άσπροι ή, λίγοι, γκρι. Μα αυτός ήταν μοβ, σκούρο μοβ με δυο αστεράκια χρυσά στην πλάτη και το λαιμό του. Η χαίτη και η ουρά του ήταν χρυσαφιές.

Η μαμά του τον ονόμασε Χρυσαφή, επειδή είχε ένα μικρό χρυσό κέρατο στο μέτωπο. Ο Χρυσαφής ήταν ζωηρός και χαρούμενος. Όλο γελούσε! Καθώς το σπίτι ήταν μακριά από την πόλη, ο Χρυσαφής δεν είχε φίλους στην ηλικία του. Μα το δάσος δεν τον άφηνε παραπονεμένο. Πουλιά πολύχρωμα και φλύαρα ζουζούνια τραβούσαν την προσοχή του Χρυσαφή, που δε βαριόταν να τα παρατηρεί και να τα κυνηγάει. Ζωηρά σκιουράκια και παιχνιδιάρηδες κάστορες κρατούσαν συντροφιά στο μικρό μονόκερο. Κι όταν έκανε ζέστη, βουτούσε στο μικρό ποταμάκι, τρομάζοντας τα ψαράκια!

Τα χρόνια πέρασαν κι ήρθε η ώρα να πάει στο σχολείο. Την πρώτη μέρα η καρδιά του χτυπούσε δυνατά από αγωνία. Πρώτη φορά έβλεπε τόσους μικρούς μονόκερους μαζί! Και πρώτη φορά παρατήρησε πόσο διαφορετικός ήταν… Μόνο αυτός ήταν μοβ και το χρυσό του κέρατο άστραφτε στον ήλιο. Σύντομα κατάλαβε ότι όλοι τον κοιτούσαν περίεργα … Και κανείς δεν τον πλησίαζε να γνωριστούν …

Οι μέρες περνούσαν αργά για το Χρυσαφή… Δεν είχε φίλους κι, όταν η δασκάλα δεν κοιτούσε, οι άλλοι μονόκεροι τον κορόιδευαν. Μια φορά που έτυχε να τους ακούσει η δασκάλα να κοροϊδεύουν το Χρυσαφή, τους μάλωσε πολύ.

- «Μα, ξεχνάτε τι είπαμε;», είπε αυστηρά η δασκάλα. «Μπορεί να μοιάζουμε διαφορετικοί, αλλά όλοι είμαστε μονόκεροι που θέλουν να παίζουν και να μαθαίνουν».

Μια μέρα το σχολείο των μονόκερων πήγε εκδρομή στους κήπους του παλατιού. Όλοι μαζί έπαιζαν και γελούσαν εκτός από τον Χρυσαφή, που πήγε και βρήκε μια κρυψώνα, κάτω από ένα μεγάλο πλατάνι. Από εκεί έβλεπε τους συμμαθητές του να τρέχουν και να γελούν και πολύ τους ζήλευε. Ώσπου τον πήρε το παράπονο και χοντρά δάκρυα άρχισαν να κυλούν στο μοβ μουσούδι του…

- «Σε παρακαλώ, μην κλαις», άκουσε μια λεπτή φωνούλα δίπλα του.

Ο Χρυσαφής έτριψε τα μάτια και γύρισε να δει από πού ερχόταν η φωνούλα. Λίγο πιο πέρα από τον πλάτανο είδε ένα μικρό μονόκερο με πλούσια ροζ χαίτη και φουντωτή ροζ ουρά. Αμέσως κατάλαβε ότι ήταν η πριγκίπισσα Ροζένια. Είχε δει φωτογραφίες της στην εφημερίδα. Υπήρχαν ακόμη και γραμματόσημα με το πορτρέτο της.

- «Είσαι πολύ όμορφος!», είπε η πριγκίπισσα Ροζένια. «Δεν έχω ξαναδεί πιο όμορφο μονόκερο!».

- «Εε..ευχαριστώ», είπε ξαφνιασμένος ο Χρυσαφής.

- «Θέλεις να παίξουμε κρυφτό;», ρώτησε η Ροζένια. «Θα σου δείξω τέλειες κρυψώνες!».

Ο Χρυσαφής συμφώνησε και άρχισαν να παίζουν. Χόρτασαν γέλιο και παιχνίδι! Κι όταν φώναξε η δασκάλα ότι ήταν ώρα να φύγουν, ο Χρυσαφής δεν ήθελε.

- «Θα τα ξαναπούμε σύντομα!», του είπε η Ροζένια και του έκλεισε το μάτι.

Την επόμενη μέρα μια αστραφτερή άμαξα σταμάτησε μπροστά στο σπίτι του Χρυσαφή. Πετάχτηκε από μέσα η Ροζένια και έτρεξε προς τον Χρυσαφή που την κοιτούσε με απορία.

- «Ο βασιλιάς-μπαμπάς μου μ’ άφησε να έρθω μαζί σου στο σχολείο! Από δω και πέρα θα είμαστε κάθε μέρα μαζί!», φώναξε αναψοκοκκινισμένη η πριγκίπισσα.

Ο Χρυσαφής την κοίταξε απορημένος. Μα γιατί να έρθει στο σχολείο του; Σίγουρα η πριγκίπισσα είχε τους καλύτερους δασκάλους της χώρας στο παλάτι. Και καθώς ήταν μοναχοπαίδι, σίγουρα είχε όλη την προσοχή και την αγάπη τους… Γιατί να αφήσει κάτι τέτοιο;

Η πριγκίπισσα Ροζένια σα να διάβασε τη σκέψη του.

- «Ξέρεις … δεν έχω φίλους στο παλάτι… Αγαπώ πολύ τα μαθήματα και τα βιβλία, μα είναι κάτι μέρες ηλιόλουστες που φωνάζουν για παιχνίδι και γέλιο στη φύση. Τούτα θέλουν φίλους συνομήλικους», είπε η Ροζένια με κάπως μελαγχολικό ύφος.

Ο Χρυσαφής τότε κατάλαβε. Ακόμη και μια πριγκίπισσα μπορεί να νιώθει μοναξιά. Γιατί το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή είναι οι φίλοι που μοιράζονται τη χαρά σου… Μπήκαν λοιπόν στην άμαξα και πήγαν στο σχολείο. Οι συμμαθητές του Χρυσαφή τα ’χασαν όταν τον είδαν να κατεβαίνει από τη βασιλική άμαξα. Στην αρχή ο Χρυσαφής και η Ροζένια έπαιζαν οι δυο τους. Γρήγορα οι συμμαθητές τους ξεθάρρεψαν και τους πλησίασαν. Έγιναν όλοι φίλοι και τα γέλια τους ακούγονταν ως το παλάτι!

Από τότε ο Χρυσαφής και η Ροζένια έγιναν αχώριστοι. Πότε οι δυο τους μόνο, πότε με την καινούρια μεγάλη παρέα τους, έπαιζαν με την ψυχή τους. Και δεν ένιωσαν ποτέ ξανά μοναξιά!

Αφιερωμένο στη μικρή μου μαθήτρια Μαρία που αγαπάει πολύ τους μονόκερους, όλων των χρωμάτων.

ΤΕΛΟΣ

Κείμενο: Εύη Σαμαρά

Εικονογράφηση: www.paidika-paramythia.gr

Πληροφορίες
Κατηγορία παραμυθιού
Ετος πρώτης δημοσίευσης
Προέλευση (περιοχή)
Δώσε αστέρια
Average: 4.7 (254 ψήφοι)