Παραμύθι του Παππού Δημήτρη: Μαθαίνω μέσα στο Δάσος

Συγγραφέας παραμυθιού

Παιδιά, σήμερα θα έχουμε την καλύτερη εκδρομή που κάναμε μέχρι σήμερα. Θα κάνουμε κάμπινγκ στο δάσος, είπε ο πατέρας της Κατερίνας και της Αλεξάνδρας.

Τα κορίτσια ενθουσιασμένα έτρεξαν στην κουζίνα να πουν τα χαρμόσυνα νέα στην μητέρα τους.

- Μαμά – μαμά! Ο μπαμπάς είπε ότι θα πάμε εκδρομή στο δάσος. Θα έρθεις κι εσύ;

- Βεβαίως και θα έρθω! Να τώρα ετοιμάζω διάφορα καλούδια για το κολατσιό μας.

- Μαμάκα πόσο σ’ αγαπάμε... Είστε οι καλύτεροι γονείς του κόσμου. Είπαν με χαρά τα κορίτσια.

Όλα ήταν έτοιμα... Φόρτωσαν τα απαραίτητα στο αυτοκίνητο για να ξεκινήσουν.

- Μπαμπά τι βλέπω; Θα πάρουμε και την σκηνή; Θα κατασκηνώσουμε στο δάσος; Είπε η Κατερίνα που κατάλαβε ότι το μεγάλο δέμα που φόρτωσε ο μπαμπάς στην σκάρα του αυτοκινήτου ήταν η σκηνή που παίρνουν το καλοκαίρι όταν παραθερίζουν στην θάλασσα.

- Ναι δεσποινίς θα κατασκηνώσουμε για λίγες μέρες στο δάσος όση άδεια, μου έχει περισσέψει από τις διακοπές μας στην θάλασσα, θα τις περάσουμε στο δάσος.

- Μπαμπά όλα τα άγρια ζώα είναι στο δάσος. Έτσι έχω ακούσει από τα παιδιά στο σχολείο. Είπε η μικρή.

- Ναι έχεις δίκιο, ορισμένα ζώα είναι άγρια. Όμως εμείς θα είμαστε προσεχτικοί εκεί που θα κατασκηνώσουμε είναι ασφαλές. Απάντησε ο πατέρας καθώς οδηγούσε προς την εξοχή.

Μετά από μερικές ώρες οδήγησης έφτασαν κοντά στους πρόποδες του βουνού. Ήταν λίγο πριν μπουν στο δάσος.

- Γυναίκα, τι λες να κατασκηνώσουμε εδώ που έχει τροχόσπιτα; Ή να μπούμε πιο μέσα να έχουμε περισσότερη ησυχία;

- Ναι είμαι της γνώμης να μπούμε πιο μέσα γιατί εδώ είναι ο δρόμος. Θα έχει φασαρία, καθώς περνούν διαρκώς αυτοκίνητα. Είπε η μητέρα.

Τα κορίτσια ήταν σχεδόν νυσταγμένα από την διαδρομή. Αφού έφτασαν σε ένα καλό σημείο, σταμάτησε το αυτοκίνητο και ο πατέρας βγήκε άπλωσε τα χέρια του, σαν να ήταν φτερά πουλιού. Πήρε μια βαθιά ανάσα και φώναξε δυνατά.

- Δόξα τον θεό φτάσαμε στο δάσος με τον καθαρό αέρα.

- Άντε κορίτσια λύστε τις ζώνες σας και βγείτε έξω. Εδώ θα κατασκηνώσουμε. Είπε χαρούμενα η μητέρα.

- Πωωω αδελφούλα μου τι ωραία που είναι εδώ κάτω από τα δέντρα!

- Ναι πολύ όμορφα είναι. Αρκεί να μην έχει θηρία να μας φάνε. Είπε η Αλεξάνδρα.

- Τι λες καλέ… ο μπαμπάς και η μαμά ξέρουν πολύ καλά που ήρθαμε. Χαζούλα είσαι; Εδώ δεν έχει άγρια θηρία. Μαμά... εξήγησε της αδερφής μου να μην φοβάται!

- Μάτια μου, εδώ ερχόμαστε όταν ήμουν μικρή σαν και σένα με τον παππού και την γιαγιά σου. Λοιπόν ακούστε να καταλάβετε. Όπου υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, τα άγρια ζώα δεν έρχονται. Φυσικά κι εμείς πρέπει να είμαστε προσεχτικοί. Τώρα θα πρέπει να βγείτε από το αυτοκίνητο να βοηθήσετε.

Όλοι μαζί έβγαλαν τα απαραίτητα και ο πατέρας με την μητέρα έστησαν την σκηνή. Τα κορίτσια βοηθούσαν πρόθυμα όπου χρειαζότανε.

Λίγο πιο δίπλα από την σκηνή ο πατέρας άναψε μια φωτιά για να ζεστάνει η μητέρα το φαγητό και την νύχτα να μην πλησιάζουν τα μεγάλα ζώα.

Το βράδυ οι γονείς έλεγαν ιστορίες πως είναι να ζει κανείς στο δάσος, τι μπορούν να βρουν για φαγητό, από φρούτα του δάσους.

- Μαμά, αν τελειώσουν τα φαγητά που έχουμε φέρει, θα φύγουμε; Ή θα πάει ο μπαμπάς να αγοράσει άλλα από την πόλη που είναι πολύ μακριά; Ρώτησαν τα κορίτσια με απορία.

- Όχι κούκλες μου...Εδώ στο δάσος έχει πολλά άγρια φρούτα που είναι πολύ γευστικά και υγιεινά. Όπως Βατόμουρα Μύρτιλλα, Κράνα, Φραγκοστάφυλα, Αρώνια, Σμέουρα.

- Και πως θα τα βρούμε στο δάσος;

- Αύριο από το πρωί θα κάνουμε πεζοπορία στα μονοπάτια του δάσους. Θα βρίσκουμε στα δέντρα τους καρπούς που θα μαζεύουμε. Κορίτσια, καλό είναι τώρα να κοιμηθούμε για να είμαστε φρέσκες και δυνατές για να εξερευνήσουμε το δάσος.

- Καληνύχτα Μπαμπά – καληνύχτα μαμά... Σας αγαπάμε πολύ και σας ευχαριστούμε που μας φέρατε στο δάσος.

- Κι εμείς σας αγαπάμε πολύ... Τώρα ύπνο, είπε ο πατέρας.

Τα κοριτσάκια κουκουλώθηκαν στο κρεβάτι τους και κλείνοντας τα μάτια τους έκαναν την προσευχή τους στον Χριστούλη. Σε λίγο άκουσαν... ΚΟΥΚΟΥ – ΚΟΥΚΟΥ –ΚΟΥΚΟΥ.

- Μαμά τι είναι αυτό που ακούμε;

- Είναι πουλί που το λένε Κουκουβάγια. Πήρε το όνομά του γιατί το κελάδημα του είναι Κούκου – κούκου. Έχει μεγάλα μάτια για να βλέπει την νύχτα. Τρώει διάφορα μικρά ζωάκια, σκουληκάκια, σαύρες, ποντικάκια... Λοιπόν σας παρακαλώ κοιμηθείτε. Άντε κοριτσάκια μου. Αύριο θα δείτε και θα μάθετε διάφορα.

Το πρωί ξύπνησαν πρώτοι ο Πατέρας και η Μητέρα. Πλύθηκαν και ετοίμασαν το πρωινό καφεδάκι τους. Ετοίμασε η μητέρα ζεστό γάλα και κουλουράκια που είχαν πλάσει στο σπίτι τα κορίτσια με την μαμά τους.

- Κορίτσια ξυπνήστε... Πλυθείτε γρήγορα και ελάτε έξω να πιείτε το γάλα σας, είπε η μητέρα.

- Ναι, μαμά, ξυπνήσαμε νωρίτερα όταν σηκωθήκατε εσείς. Τώρα θα πλυθούμε, θα βουρτσίσουμε τα δόντια μας και θα βγούμε έξω να πάρουμε το πρωινό μας παρέα, είπαν τα κορίτσια χαρούμενα.

- Μπράβο τα αγγελούδια μου. Είστε πολύ καλά κορίτσια γι’ αυτό σας αγαπάμε, είπε ο Μπαμπάς.

Μετά το πρωινό, ετοιμάστηκαν για μια εξερεύνηση στο δάσος. Έβαλαν στην πλάτη τα σακίδια γεμάτα απαραίτητα. Ένα σάντουιτς, μια αλλαξιά, ένα σετ για ψάρεμα στο ποτάμι, ένα φακό και τις πρώτες βοήθειες, λίγο βαμβάκι, μερικούς επιδέσμους και χαζαπλάστ.

- Κορίτσια! κοιτάτε εδώ αυτό το χόρτο, λέγεται ζοχός, το κόβουμε από την ρίζα του γιατί τα φύλλα μαγειρεύονται για σαλάτα.

Το έκοψε η μητέρα και το έβαλε στον σάκο της.

- Μαμά εδώ έχει κι άλλα χόρτα αυτά τρώγονται;

- Ναι, μπράβο μικρούλα μου είναι το αγαπημένο μου χόρτο που είναι πολύ ωφέλιμο, το λέμε Ραδίκι.

Όταν προχώρησαν αρκετά μέσα στο δάσος, είχαν βρει πολλά χόρτα σχεδόν για ένα γεύμα όταν γυρίσουν.

- Μπαμπά, σ’ αυτό το δέντρο έχει μούρα, έτσι νομίζω, γιατί στο χωριό η γιαγιά είχε μαζέψει μερικά και μας έδωσε να δοκιμάσουμε...

- Αλήθεια, αυτά είναι τα βατόμουρα. Είναι πολύ υγιεινά και νόστιμα, μόνο τα μαύρα τρώμε. Τα κόκκινα είναι άγουρα. Οι αρκούδες τρώνε βατόμουρα. Λοιπόν μαζεύουμε όλα τα μαύρα, αλλά να προσέχετε γιατί τα κλωναράκια έχουν αγκάθια.

Τα κορίτσια ήταν διαρκώς περίεργα. Ήθελαν να δουν και να μάθουν τα πάντα μες το δάσος.

- Μπαμπά αν τώρα που είμαστε μέσα στο δάσος έρθει κανένας λύκος, θα μας φάει; Ρώτησε η Κατερίνα.

- Όχι... οι λύκοι δεν τρώνε ανθρώπους. Έχουν πολύ καλή όσφρηση και μυρίζουν από πολύ μακριά. Χώρια που έχουν και πολύ καλή ακοή και ακούν το παραμικρό σε μεγάλη απόσταση. Ο Θεός τους έφταιξε τα αυτιά να είναι τεντωμένα προς τα πάνω γι’ αυτό τον λόγο. Εκτός αυτού οι λύκοι κυνηγούν την νύχτα. Τώρα είναι ημέρα και κοιμούνται. Όταν είναι χειμώνας, με πολλά χιόνια και δεν βρίσκουν εύκολα τροφή τότε μια αγέλη λύκων μπορεί να επιτεθεί στον άνθρωπο. Εμείς λοιπόν κορίτσια ήρθαμε στο δάσος καλοκαίρι και δεν υπάρχει περίπτωση να μας επιτεθούν οι λύκοι. ΧΑΧΑΧΑΧΑ, γέλασε ο πατέρας για να δώσει θάρρος στα κοριτσάκια του.

- Αααα, τι βλέπω μήπως αυτά είναι μανιτάρια; Είπε γεμάτη χαρά η Αλεξάνδρα.

- Ναι μπράβο σου που το κατάλαβες; Είπε η μητέρα της.

- Τα αγοράζουμε από το Σούπερ Μάρκετ και τα μαγειρεύεις μαμά! Είπε η Κατερίνα.

- Τι να πω... είμαι πολύ χαρούμενη που έχω έξυπνα παιδάκια.

- Τότε μαμά να τα κόψουμε για τα μαγειρέψεις.

- Τα μανιτάρια πρέπει να ξέρουμε ποια τρώγονται και ποια έχουν δηλητήριο που δεν τρώγονται. Γι’ αυτό δεν θα τα κόψουμε, δεν πρόκειται να μαζέψουμε μανιτάρια από το δάσος μέχρι να μάθουμε και να διαβάσουμε ένα βιβλίο που μας δείχνει ποια είναι καλά μανιτάρια και πως τα μαγειρεύουμε. Οπότε όταν μεγαλώσετε θα ξέρετε τι πρέπει να κάνετε.

- Εσύ μπαμπά, ξέρεις ποια μανιτάρια τρώγονται;

- Ναι, αλλά ας μην τα μαζέψουμε σήμερα, έχουμε αρκετά χόρτα να μαγειρέψει η μαμά. Δεν κάνει να παίρνουμε από το δάσος ό,τι βλέπουμε σε μια μέρα. Πρέπει να αφήσουμε και για τα ζωάκια τροφή. Αν εμείς πάρουμε τα πάντα, τότε τα ζώα του δάσους δεν θα,έχουν τίποτα και φυσικό είναι να έρθουν στα χωριά η στις πόλεις να αναζητήσουν τροφή.

- Ναι, εχεις δίκιο μπαμπά. Θυμήθηκα μια φορά στην τηλεόραση λύκους να τριγυρνούν στους δρόμους την νύχτα. Αλεπούδες που τρώνε κότες στα χωριά. Μάλλον δεν βρήκαν φαγητό στο δάσος και πήγαν στην πόλη.

- Έτσι είναι... Πρέπει να είμαστε προσεχτικοί να μην καταστρέφουμε το περιβάλλον. Θα θέλατε να έρχονται και τα ζώα να καταστρέφουν το μέρος που κατοικούν η άνθρωποι; Είπε η Μητέρα.

- Αααα Μαμά τι βλέπω; Ένα μικρό χελωνάκι.

- Ναι μπράβο αλλά δεν κάνει να το πιάνουμε γιατί φοβάται. Κάπου εδώ κοντά είναι και οι γονείς του. Πρέπει να το αφήσεις να πάρει τον δρόμο του.

- Ναι, θα το αφήσω απλώς ήθελα να το δω από κοντά. Τα αγαπώ πολύ τα χελωνάκια, είναι πολύ καλά και φρόνιμα ζωάκια.

- Νααα έρχεται και η Μητέρα του, είπε ο μπαμπάς των κοριτσιών. Θέλετε να πούμε για την χελώνα;

- Η Χελώνα έχει το σπιτάκι της στην πλάτη, είπε η Αλεξάνδρα.

- Ναι, έτσι την έπλασε ο Θεός. Το σπιτάκι της λέγεται Καβούκι, την προστατεύει από τα αγκάθια των θάμνων. Την προστατεύει επίσης από τα μεγάλα ζώα που θέλουν να την φάνε. Το καβούκι την προστατεύει από τον καυτό ήλιο το καλοκαίρι και από το κρύο και το χιόνι τον χειμώνα. Η χελώνα ζει πολλά χρόνια πάνω από εκατό χρόνια ίσως και εκατό πενήντα. Τρώει χορταράκια του δάσους.

- Μαμά, να αφήσουμε τα χόρτα που μαζέψαμε να τα φάει η χελώνα. Είπε η Κατερίνα.

- Όχι, δεν χρειάζεται η χελώνα θα βρει τα χόρτα που την ωφελούν, δεν πήραμε όλα τα χόρτα του δάσους! Είπε η μητέρα.

- Λοιπόν να συνεχίσω για την χελώνα να μάθετε; Είπε ο πατέρας που στεκόταν κοντά στην μεγάλη χελώνα.

- Ναι, μπαμπά, πες μας.

- Η χελώνα, που λέτε, ανοίγει με τα νύχια της ένα λάκκο και μέσα στον λάκκο γεννάει από 1 μέχρι και 12 αυγά και τον σκεπάζει. Τα μικρά της βγαίνουν από τα αυγά μετά από δυο με τρεις μήνες. Μόνα τους αρχίζουν να τρώνε χορταράκια και έτσι μεγαλώνουν.

- Δηλαδή δεν τα ταΐζει με γάλα η μαμά τους όπως εμάς η μαμά μας τάϊζε γάλα, όταν γεννηθήκαμε για να μεγαλώσουμε;

- Όχι, η χελώνα δεν έχει στήθος για να κάνει γάλα για το παιδάκια της. Αν δείτε από κάτω από την κοιλιά της, έχει σκληρό καβούκι.

- Μπαμπά, είμαι πολύ χαρούμενη που ήρθαμε στο δάσος. Να δούμε από κοντά πολλά και να μάθουμε πολλά για την φύση και τα ζωάκια του δάσους. Θέλω να κάτσουμε εδώ πολλές μέρες να μάθουμε τα πάντα.

- Καλά τα λες, αλλά είμαι υποχρεωμένος να πάω στην δουλειά για να έχουμε χρήματα να ζήσουμε. Οπότε, αυτές τις λίγες μέρες που θα είμαστε στο δάσος θα βρίσκουμε διάφορα να μάθουμε.

Περπάτησαν αρκετά και έφτασαν σε ένα σημείο που οι ξυλοκόποι είχαν ρίξει μερικούς κορμούς για φόρτωση. Περπάτησαν κάνοντας ισορροπία πάνω στους κορμούς. Όταν τα κατάφεραν χωρίς να πέσουν πήδησαν από την χαρά τους. Περπάτησαν αρκετά εξερευνώντας την περιοχή και φτάσανε σε ένα ποτάμι.

- Αααα τι ωραίο ποτάμι! Φώναξαν τα κορίτσια.

- Τώρα θυμήθηκα, μια φορά όταν ήμουν μικρούλα, είπε η Μαμά. Ο παππούς σας, με έβαλε στο αγροτικό αυτοκίνητο και με πήγε στο ποτάμι του χωριού. Εκεί είδα για πρώτη φορά ποτάμι. Πετούσα πετρούλες και χαιρόμουν πολύ, όταν πηδούσε το νερό ψηλά. Ο Μπαμπάς μου, που λέτε παιδιά, μου εξήγησε από πού έρχεται τόσο πολύ νερό. Τώρα ήρθε η σειρά μου να σας εξηγήσω από πού έρχεται το νερό του ποταμού.

- Μαμά, να πετάξουμε κι εμείς πέτρες στο ποτάμι;

- Ναι γιατί όχι. Έχει γούστο. Είπε ο πατέρας.

Η χαρά των κοριτσιών ήταν πολύ μεγάλη. Φώναζαν όλοι μαζί όταν πετούσαν τις πέτρες και τα νερά έφταναν πολύ ψηλά. Πιο ψηλά έφτανε το νερό καθώς ο Μπαμπάς έριχνε μεγάλες πέτρες ασήκωτες.

- Γιατί, όταν φωνάζουμε, ακούμε από απέναντι κάποιοι να φωνάζουν το ίδιο με εμάς; Ρώτησε η Αλεξάνδρα.

- Ναι, κούκλα μου αυτό λέγετε Αντίλαλος. Ο ήχος της φωνής πάει απέναντι στην πλαγιά και γυρνάει πίσω. Γι’ αυτό ακούμε την φωνή μας πάλι. Να θα φωνάξω για να καταλάβετε.

- ΕΕΕΕΕΕ... Ησυχία, σε λίγο, ακούτε…

- ΕΕΕΕΕ

- Ακούσατε; ήταν η φωνή μου. Λοιπόν Αλεξάνδρα, αυτό πως λέγεται;

- Αντίλαλος μπαμπά…

Το κορίτσια άρχισαν να φωνάζουν για να ακούσουν την φωνή τους πίσω και το διασκέδασαν.

- Τώρα θα πάρουμε το μονοπάτι για να γυρίσουμε πίσω. Είπε ο Πατέρας.

- Γιατίιιι μπαμπάαα..... Είπαν και οι δυό τους με παράπονο.

- Θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω πριν νυχτώσει.

- Τώρα πως θα βρούμε τον δρόμο του γυρισμού; Είπε η Κατερίνα.

- Τώρα θα σας μάθω πως θα βρίσκετε τα μονοπάτια του γυρισμού και εσείς θα κάνετε το ίδιο όταν ξεκινήσουμε από την σκηνή για περιήγηση. Όταν ξεκινήσαμε, παρατήρησα δυο δέντρα που είχαν πολλά ξερά κλωνάρια. Όταν μπήκαμε στο πρώτο μονοπάτι, είδαμε μια Βατομουριά που μαζέψαμε βατόμουρα. Μετα από λίγα μέτρα είδαμε το μικρό χελωνάκι, εκεί έβαλα ένα σημάδι. Κρέμασα ένα μικρό πανάκι. Μετα είδαμε τους κορμούς που κάναμε ισορροπία. Μπήκαμε σε ένα μεγάλο μονοπάτι που μας έφερε στο ποτάμι. Έτσι λοιπόν θα πάμε πίσω βλέποντας γνωστά σημάδια.

- Εντάξει είμαστε έτοιμες να γυρίσουμε πίσω. Αλλά μην ξεχνάς μπαμπά να μας πεις από πού έρχεται τόσο πολύ νερό στο ποτάμι. Είπε η περίεργη Αλεξάνδρα.

- Αααα, έχεις δίκιο, το νερό που γεμίζει το ποτάμι, βγαίνει μέσα από την γη σε μια πηγή. Το νερό έρχεται στην πηγή από τις κορυφές του βουνού. Τον χειμώνα όταν χιονίζει το χιόνι λιώνει και περνάει σε λιμνούλες που είναι μέσα στο βουνό. Όταν η λίμνη γεμίζει τότε βγαίνει το νερό στην πηγή. Το ίδιο γίνεται όταν βρέχει, το νερό της βροχής τρέχει από το βουνό στο ποτάμι.

- Ναααα! Μπαμπά, τα κομμένα δέντρα που κάναμε ισορροπία. Άρα πάμε καλα πίσω στην σκηνή μας. Είπε η Κατερίνα.

Έφτασαν στην σκηνή μετά από αρκετή ώρα. Στον δρόμο είπαν πολλά.

- Ελάτε κορίτσια να πλυθείτε και να αλλάξουμε ρούχα. Θα φάμε και φυσικά θα ξαπλώσουμε να ξεκουραστούμε... Ύπνο γιατί αύριο, θα έχουμε πεζοπορία στο δάσος, να εξερευνήσουμε τα πάντα. Είπε η μαμά.

- Μαμά θα μαγειρέψεις τα χόρτα που μαζέψαμε και θα φάμε, φρούτα τα Βατόμουρα και τα Μύρτιλλα;

- Βεβαίως... θα γευτείτε τα πιο νόστιμα χόρτα και θα τρελαθείτε με την γεύση των βατόμουρων.

Στο δάσος σκοτεινιάζει πολύ νωρίς και όλοι κοιμήθηκαν πολύ σύντομα. Γιατί κακά τα ψέματα ήταν κουραστική μέρα.

Η Κατερίνα χωρίς να ξυπνήσει τον Μπαμπά ή την Μαμά της, βγήκε κρυφά έξω από την σκηνή για την ανάγκη της (να κάνει τσίσα). Όπως έκανε την ανάγκη της... βλέπει μέσα στα δέντρα ένα λύκο στο σκοτάδι. Κόπηκε η φωνή της και έτρεξε γρήγορα μέσα φωνάζοντας.

- Λύκος! Μαμά...Μπαμπά... Λύκος – Λύκος.

- Τι λες κορίτσι μου... Μην κάνεις έτσι. Όνειρο ήταν θα περάσει ησύχασε.

- Όχι μπαμπά έξω έχει ένα Λύκο. Είναι πίσω από τα δέντρα. Έκανα τσίσα μου και τον είδα που με κοιτούσε.

- Εντάξει, καλή μου, μην ανησυχείς θα βγω... να δω που είναι και θα τον διώξω. Είπε ο Πατέρας της.

Ο πατέρας έριξε μερικές πέτρες πίσω από τα δέντρα αλλά δεν άκουσε τίποτα. Ίσως μια σκιά έτρεχε μέσα στο δάσος. Μπορεί να ήταν κάποιο ζώο που είχε έρθει κοντά να φάει αποφάγια από τα σκουπίδια που πετούν οι άνθρωποι, όταν κατασκηνώνουν στο δάσος.

- Όλα καλά, ό,τι κι αν ήταν έφυγε. Ακούστε... Πρέπει να θυμάστε ότι δεν βγαίνουν τα μικρά παιδάκια μόνα τους, χωρίς τους μεγάλους, στο δάσος το βράδυ.

- Μπαμπά εγώ δεν ήθελα να σας ξυπνήσω, γι’ αυτό βγήκα να κάνω την ανάγκη μου.

- Ναι όμως τώρα πιστεύω να κατάλαβες... Χωρίς τον μπαμπά ή την μαμά, μόνες δεν πάτε πουθενά. Πόσο μάλλον την νύχτα έξω από την σκηνή, και από το σπίτι όταν είμαστε στο σπίτι μας.

Ο Πατέρας φοβήθηκε από την μικρή που είπε ότι είδε Λύκο. Άναψε μια μεγαλύτερη φωτιά σε ανοιχτό μέρος και κοντά στην σκηνή, ώστε να μην πλησιάσει κάποιο ζώο και τρομάξουν τα παιδιά. Όταν ανάβουμε φωτιά στο δάσος πρέπει να μην έχει κοντά στην φωτιά δέντρα η ξερά χόρτα. Γύρω από την φωτιά βάζουμε μεγάλες πέτρες ώστε να μην πεταχτεί κάποιο ξύλο και πάρει φωτιά η περιοχή.

Το πρωί όλοι ξύπνησαν, εκτός από την Κατερίνα. Η καημένη τρόμαξε πολύ και δεν μπορούσε να κοιμηθεί καλά.

- Κατερινούλα μου ξύπνα! Προσπάθησε η μητέρα της να την ξυπνήσει.

- Μαμά, δες έξω από την σκηνή, έφυγε ο Λύκος; Απάντησε βραχνιασμένα η Κατερίνα.

- Έλα Κατερίνα σήκω. Πρέπει να πάμε βόλτα στο δάσος. Της είπε η Αλεξάνδρα.

- Κούκλα μου δεν υπάρχουν Λύκοι εδώ κοντά. Μπορεί να ήταν κάποιο αδέσποτο σκυλί. Συμπλήρωσε ο Πατέρας της Κατερίνας.

- Εντάξει, θα σηκωθώ. Σχεδόν όλη την νύχτα έβλεπα εφιάλτες ότι με κυνηγούσαν άγρια θηρία και ένας μεγάλος λύκος. Όπως έτρεχα, μπερδεύτηκα και έπεσα. Τότε ήρθε ο Μπαμπάς και τα έδιωξε με ένα μεγάλο ξύλο. Ευτυχώς ήταν όνειρο. Είπε η Κατερίνα.

- Πιες το γάλα σου. Το σακίδιο είναι έτοιμο, θα ξεκινήσουμε σύντομα γιατί ο καταρράκτης είναι λίγο μακριά. Αυτό μου δείχνει ο χάρτης. Είπε ο Πατέρας.

- Τι είναι ο χάρτης μπαμπά; Είπε γεμάτη απορία η Αλεξάνδρα.

- Οι άνθρωποι δεν έχουν τη χάρη όπως μερικά ζώα να βρίσκουν από μακριά πού έχει νερό, πού έχει τροφή με την μυρουδιά και άλλα πολλά. Λοιπόν, οι άνθρωποι έμαθαν πώς να ζωγραφίζουν στο χαρτί τα διάφορα μέρη. Ώστε αυτοί που θέλουν να πάνε κάπου που δεν ξέρουν, παίρνουν ένα χάρτη που δείχνει τα μέρη. Οπότε, βρίσκουν το μέρος που θα πάνε και ποιο δρόμο θα ακολουθήσουν.

- Είμαστε έτοιμοι... Λοιπόν ξεκινάμε.

Προχώρησαν αρκετά. Είδαν πολλά μέρη που είχαν ενδιαφέρον.

- Μαμά, κοίτα πάνω στο δέντρο. Ένα ζωάκι. Μήπως είναι σκιουράκι; Το έχω δει στην τηλεόραση.

- Ναι εχεις δίκιο είναι σκιουράκι. Είπε η Μαμά... Ο σκίουρος είναι μικρό ζωάκι. Ζει στο δάσος. Η φωλιά του είναι στις κουφάλες των δέντρων. Τον χειμώνα, κοιμάται μέρα νύχτα (Χειμερία Νάρκη). Γεννάει από 1 μέχρι 4 μωρά και τρώει καρύδια, πεταλούδες, σαλιγκάρια, μικρά βατραχάκια. Όταν έρθουν στην πόλη κάνουν πολλές ζημιές, γιατί μπαίνουν στα κοτέτσια και τρώνε τα αυγά. Μπαίνουν στις αποθήκες, τρώνε τα καλώδια και δεν έχουμε ρεύμα για τα φώτα του σπιτιού. Όμως οι άνθρωποι γρήγορα ξεχνούν γιατί τα σκιουράκια είναι πολύ όμορφα ζωάκια. Τόσο γρήγορα ξεχνούν και ο Μπαμπάς και η Μαμά όταν κάνετε αταξίες. Σας αγαπάμε, γιατί είστε γλυκά παιδιά και όμορφα πλασματάκια.

Περπάτησαν πολύ ώρα μες στο δάσος μέχρι που είδαν ένα λαγό. Ήταν λίγο μακριά. Ο πατέρας σταμάτησε και με χαμηλή φωνή είπε σε όλους να σταματήσουν.

- Σσσς! Βλέπετε εκεί δεξιά, είναι ένα λαγουδάκι. Μας άκουσε και είναι έτοιμο να φύγει. Είπε ο Μπαμπάς

- Πωωω... Τι ωραίο που είναι! Είπαν σχεδόν όλοι μαζί.

- Μπαμπά πες μας για τον λαγό! Μπορεί να μας ορμήσει και να με δαγκώσει; Είπε η Αλεξάνδρα που έχει απορίες.

- Όχι, ο λαγός είναι ένα πολύ ήσυχο ζώο. Τρώει μόνο χόρτα και καρπούς. Όμως φοβάται πάρα πολύ. Κοίτα, αποφάσισε να φύγει γιατί δεν ξέρει αν θα τον κυνηγήσουμε.

- Είδατε πως τρέχει; Ο Θεός τον έπλασε με μεγάλα τα πίσω πόδια, να κάνει μεγάλα πηδήματα για να γλιτώσει από τους εχθρούς του.

- Ποιοι είναι οι εχθροί του Λαγού; Ρώτησε η Κατερίνα, καθώς περπατούσαν στο δάσος.

- Οι εχθροί του λαγού είναι ο Λύκος, η Αλεπού, τα Κυνηγόσκυλα, και οι Άνθρωποι γιατί ο λαγός έχει νόστιμο κρέας.

- Εμείς όμως δεν τρώμε λαγούς... Έτσι δεν είναι Μαμά;

- Ναι κορίτσια, δεν έχει ο κρεοπώλης μας λαγούς! Αλλά να σας πω μια αλήθεια, όταν ήμουνα μικρή ο πάππους Δημήτρης είχε κτυπήσει με το αυτοκίνητο ένα Λαγό. Τον έφερε στο σπίτι και η Γιαγιά Κατερίνα τον έκανε στιφάδο. Ένα πολύ νόστιμο φαγητό.

- Μαμά, ο Παππούς είναι κακός άνθρωπος γιατί σκότωσε τον Λαγό;

- Έτυχε... Ήταν νύχτα και ο λαγός πετάχτηκε μπροστά στο αυτοκίνητο και έτσι δεν πρόλαβε να σταματήσει και τον πάτησε.

- Και γιατί η γιαγιά που είναι καλή τον μαγείρεψε και τον φάγατε;

- Κορίτσια, μην κάνετε έτσι. Ο Θεούλης μας έπλασε να τρώμε τα πάντα για να ζήσουμε: κρέας, ψάρια, χόρτα, φρούτα.

- Οπότε ο πάππους στεναχωρήθηκε, γιατί έτυχε να κτυπήσει τον λαγό, άλλα έτσι γίνεται.

- Εμείς δεν θα τρώμε λαγούς… Εντάξει! είπαν τα κορίτσια και συνέχισαν τον δρόμο τους. Στο δάσος ζουν πολλά ζώα, πολλά μικρά ζωάκια, αρκετά είδη πουλιών, πολλά ερπετά. Ερπετά είναι τα Φίδια, οι Σαύρες, τα Σαλιγκάρια, τα Σκουληκάκια και η Χελώνα. Τα πιο μικρά έντομα είναι οι Πεταλούδες, οι Μέλισσες, τα Σκαθάρια και τα Μυρμήγκια.

- Πρόσεχε μην πατήσεις το σαλιγκάρι, Κατερίνα.

- Μαμά είναι πολύ ωραίο... Έχει κι αυτό σπιτάκι στην πλάτη του. Τώρα που το έπιασα, αμέσως κρύφτηκε μέσα.

- Είδες, φοβήθηκε και τρύπωσε μέσα! Απάντησε η Μαμά. Το ίδιο πρέπει να κάνετε κι εσείς κορίτσια, να μην ανοίγετε το σπίτι σε αγνώστους. Γιατί ποτέ δεν ξέρετε αν είναι καλός ή κακός ένας άγνωστος.

- Άσε το σαλιγκάρι κάτω να πάει στους δικούς του.

- Μαμά ψηλά στον ουρανό είναι ένα μεγάλο πουλί και κάνει κύκλους. Ποιο πουλί είναι;

- Αυτός είναι αετός... Τον λένε βασιλιά των πουλιών. Κάνει βόλτες γιατί είδε κάποιο ζωάκι κάτω στο χώμα και θέλει να το πιάσει.

- Δηλαδή ο αετός είναι πολύ κακός;

- Όχι απλώς θέλει κάτι να φάει, ή να πάει στην φωλιά του να ταΐσει τα παιδιά του. Είναι το πιο δυνατό πουλί... Μπορεί να πιάσει μια μεγάλη αλεπού και να την σηκώσει ψηλά στον αέρα.

- Πωωω! Τι λες μπαμπά είναι πολύ δυνατός; Είπαν τα κορίτσια.

- Ναι κούκλες μου, γι’ αυτό τον ονομάζουμε Βασιλιά των πουλιών. Οι άνθρωποι θαυμάζουν τον αετό γιατί είναι πολύ έξυπνος, δυνατός και βλέπει από ψηλά τα πάντα....

- Θα ήθελα να ήμουνα κι εγώ αετός να πετάω ψηλά. Είπε η Κατερίνα.

- Είναι αλήθεια κι εγώ όταν ήμουνα μικρή ήθελα να πετάω ψηλά σαν αετός. Είπε η μητέρα. Ο πάππους Δημήτρης μου εξήγησε ότι ο Θεούλης δεν μας έδωσε φτερά όπως τα πουλιά. Μας έδωσε πολύ μυαλό να φτιάξουμε αεροπλάνα και να πετάμε ψηλά πηγαίνοντας από το ένα μέρος στο άλλο.

- Ναι έτσι είναι, έχεις δίκιο μαμά… γι’ αυτό κι εμείς μπαίνουμε στο αεροπλάνο και πάμε στην Ελλάδα να δούμε τους παππούδες, και στην Γερμανία όταν γυρνάμε στο σπίτι μας. Εγώ είμαι πολύ χαρούμενη όταν είμαι στο αεροπλάνο και κοιτάζω, κάτω στην γη από το παράθυρο. Απάντησε η Κατερίνα.

Λίγα μέτρα πιο κάτω είδαν μια μεγάλη οικογένεια με ελάφια.

- Πωωω τι όμορφα που είναι. Είναι τα ίδια που είδαμε μια φορά στον ζωολογικό κήπο. Είπε η Αλεξάνδρα.

- Προσοχή κορίτσια, μην μιλάτε δυνατά γιατί μπορεί να τρομάξουν και να φύγουν.

- Γιατί φοβούνται; Ρώτησε η Κατερίνα.

- Είναι πολύ ήσυχα ζώα. Δεν μαλώνουν με τα άλλα ζώα του δάσους. Για αυτό έχουν εχθρούς τα άγρια ζώα, όπως τους λύκους, τις μεγάλες αρκούδες ακόμη και τα φίδια. Ο Θεός έδωσε στα ελάφια μακριά πόδια για να τρέχουν γρήγορα.

- Εγώ θέλω να ένα μικρό ελαφάκι. Είπε η Αλεξάνδρα.

- Ναι Αλεξάνδρα... Αλλά αν πάμε λίγο πιο κοντά, τα μεγάλα θα φοβηθούν και θα τρέξουν, παίρνοντας τα παιδάκια τους μαζί.

- Θέλεις εσύ που είσαι μικρούλα να σε πάρουν τα ελάφια μαζί τους γιατί είσαι ωραία; Είπε η Κατερίνα στην αδερφούλα της .

- Όχι γιατί εγώ δεν είμαι ελαφάκι. Απάντησε η μικρή Αλεξάνδρα.

- Χαχαχα φυσικά δεν είσαι ελαφάκι. Είσαι ένα πολύ καλό κοριτσάκι. Είπε η Μαμά της.

- Βλέπετε εδώ στο μονοπάτι έχει ωραία αγριολούλουδα.

- Αυτό τα μπλε πως τα λένε;

- Είναι Λεβάντα... Πολύ αρωματικό λουλούδι.

- Και αυτά τα κόκκινα;

- Παπαρούνες. Είπε η Κατερίνα. Τις έχω ξαναδεί στο χωριό της Γιαγιάς και του παππού. Είναι πολύ ωραίες αλλά δεν έχουν άρωμα.

- Μπορώ να κόψω μία;

- Φυσικά και μπορείτε… Αν θέλετε κόψετε πολλές να σας φτιάξω στεφάνια για το κεφαλάκι σας.

- Ελάτε κορίτσια πάμε γιατί περνάει η ώρα πρέπει να φτάσουμε στον καταρράκτη. Είπε ο Μπαμπάς.

Τα κορίτσια ήταν πολύ χαρούμενα που ήταν στο δάσος. Κάθισαν για λίγο στο γρασίδι, έφαγαν κολατσιό, και ρωτούσαν τους γονείς τα πάντα. Είναι αλήθεια πως στο σχολείο μαθαίνουν τα παιδιά πάρα πολλά χρήσιμα πράγματα. Αλλά όταν έχουν πολλές απορίες, οι γονείς μας μας μαθαίνουν τα περισσότερα.

Σε λίγο σηκώθηκαν και περπάτησαν το μονοπάτι κοντά στο ποταμάκι. Λίγο πιο κάτω ήταν ένα γεφυράκι. Το πέρασαν ένας – ένας με προσοχή και έφτασαν στον καταρράκτη. Εκεί ήταν και άλλοι επισκέπτες.

- Πωωω αυτός είναι ο καταρράκτης; Γιατί έχει τόσο πολύ νερό;

- Το ποταμάκι που περάσαμε έφερε όλο το νερό. Αυτό πέφτει και δίνει το νερό του σε άλλο ποταμάκι.

- Αυτό το ποταμάκι που πάει μετά;

- Τα ποτάμια περνούν από το δάσος στα χωριά και από εκεί στις πόλεις και πέφτουν στην θάλασσα. Είπε ο Μπαμπάς

- Γι’ αυτό η θάλασσα έχει πολύ νερό; Είπε η Αλεξάνδρα.

- Ναι είναι γεμάτη με δικό της νερό η θάλασσα,αλλά παίρνει και των ποταμών.

Είδαν τον καταρράκτη και έμαθαν πολλά. Στην επιστροφή πριν φτάσουν στην σκηνή, μέσα στο δάσος είδαν αγριογούρουνα.

- Μπαμπά μπαμπά, κοίτα κάτι μαύρα ζώα εκεί μακριά. Πως τα λένε;

- Αγριογούρουνα λέγονται, είναι γουρουνάκια που δεν ζουν σε στάβλους. Αυτά ζουν εδώ στο δάσους είναι άγρια γι’ αυτό τα λέμε ΑΓΡΙΟΓΟΥΡΟΥΝΑ.

- Μπορούν να μας φάνε… αφού είναι άγρια; Είπε η Αλεξάνδρα φοβισμένη.

- Όχι αν δεν πάμε κοντά τους και αν δεν τα πειράξουμε, δεν μας πειράζουν.

- Μαμά τι λουλούδι είναι αυτό; Ρώτησε η Κατερίνα.

- Αυτό λέγετε Κρίνος. Όταν μεγαλώσετε θα μάθετε στο μάθημα των θρησκευτικών. Ο άγγελος του Θεού το έδωσε στην Παναγία να το μυρίσει για να φέρει στον κόσμο τον Χριστούλη.

- Και σε σένα έφερε ο Άγγελος κρίνο μαμά και μας γέννησες;

- Περίπου έτσι. Όταν μεγαλώσετε θα σας πω… πως σας έφερα στον κόσμο.

- Κορίτσια φτάσαμε στην σκηνή μας. Θα φάμε ψητό σουβλάκι στην φωτιά. Μετα θα κοιμηθούμε, να ξεκουραστούμε και το απόγευμα θα μαζέψουμε τα πράγματά μας για να γυρίσουμε στο σπίτι. Αύριο Δευτέρα εσείς θα πάτε στο σχολείο και εγώ στην δουλειά.

Όταν ξύπνησαν το απόγευμα όλοι μαζί μάζεψαν τα πράγματά τους και την σκηνή.

- Κορίτσια μαζέψτε όλα τα σκουπιδάκια από κάτω να είναι καθαρά. Το δάσος δεν πρέπει να έχει σκουπίδια και πλαστικά, γιατί τα ζωάκια μπορεί να κάνουν λάθος και να φάνε χαρτιά και πλαστικά. Μπορεί να πεθάνουν. Είπε η μαμά.

- Μαμά εγώ είδα, όταν ερχόμαστε, ότι είχαν αφήσει πολλά σκουπίδια.

- Ναι κι εγώ τα είδα. Είναι πολύ κακό... όλα αυτά, μπορεί να πάρουν φωτιά και να καεί όλο τα δάσος. Τα λουλούδια, τα φρούτα και μερικά ζωάκια που δεν μπορούν να τρέξουν.

- Εμείς μαμά τα μαζέψαμε όλα, τα βάλαμε σε μια μεγάλη σακούλα και ο μπαμπάς τα έβαλε στο αυτοκίνητο να τα πάμε στον κάδο σκουπιδιών που είναι κοντά στο σπίτι.

Ξεκίνησαν με το αυτοκίνητο για τον γυρισμό. Έκαναν πολλές συζητήσεις. Η μαμά συζητούσε με τον μπαμπά και τα κορίτσια έλεγαν τα δικά τους.

- Όταν πάμε στο σχολείο θα πούμε στις φίλες μας τι είδαμε και πως περάσαμε στο δάσος.

- Εγώ θα τα πω στην ΕΜΑ ΜΟΥΛΕΡ στην ΣΟΦΙΑ και την ΦΡΙΝΤΑ, είπε η Αλεξάνδρα.

- Εγώ θα τα πω αύριο στο σχολείο στις Δασκάλες μου και στις φίλες μου. Την ΛΙΛΗ την ΕΛΛΗ την ΕΜΑ την ΡΕΤΕΛ την ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ και την ΦΡΙΤΣΗ... Όταν πάμε στην Ελλάδα θα δούμε τις φιλενάδες μας θα τις πω πως είναι το δάσος. Είπε η Κατερίνα..

- Εγώ θα τα πω στην ΛΟΥΑΝΑ γιατί είναι μικρή να μαθαίνει. Ξέρει και Γερμανικά. Είπε η Αλεξάνδρα.

- Εγώ έχω φίλες την ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ, την ΔΗΜΗΤΡΑ, την ΣΟΦΙΑ είναι πιο μεγάλες από εμένα αλλά μπορεί να μην έχουν δει πολλά ζωάκια, λουλούδια και φρούτα του δάσους. Είπε η Κατερίνα.

Τα κορίτσια δεν άντεξαν την διαδρομή και κοιμήθηκαν στο αυτοκίνητο μέχρι να φτάσουν. Στα όνειρά τους είδαν σχεδόν ότι είχαν δει στο Δάσος.

Τ Ε Λ Ο Σ

ΤΕΛΟΣ

Συγγραφέας: Δημήτρης Γαλουτζής

Εικόνες: www.paidika-paramythia.gr

Πληροφορίες
Κατηγορία παραμυθιού
Ετος πρώτης δημοσίευσης
Προέλευση (περιοχή)
Δώσε αστέρια
Average: 5 (6 ψήφοι)